Πέντε χρονώ ήταν ο Πίπης, όταν αρρώστησε. Ένα ολόξανθο αγόρι σαν άγγελος, ακόμα έχω τη φωνή του στ' αυτιά μου και ας έχουν περάσει σαράντα χρόνια. Μα δεν την ξανάκουσα... 'Ηταν λάθος των γιατρών, ήταν μια κακιά στιγμή, ποιος ξέρει...Σημασία έχει ότι το κακό έγινε...Βγήκε χωρίς φωνή από το νοσοκομείο, και με αναπηρία, στο χέρι και στο πόδι, αλλά το χαμόγελο πάντα στο πρόσωπο του...Πάντα πρώτος στα παιχνίδια και στις διαβολιές, μαζί με τα άλλα παιδιά που είχαν την υγειά τους, ήταν σε όλα μέσα...Η αναπηρία του δεν τον εμπόδισε ποτέ, από τίποτα. Έμαθε να ζει με αυτήν και να συμπορεύεται...
Στις παιδικές μας αναβάσεις στα βουνά, στις εξερευνήσεις στο ποτάμι και στις σπηλιές, έμπαινε μπροστά και μας οδηγούσε. Τα αγκάθια τρυπούσαν τα πόδια μας, μα δεν καταλαβαίναμε Χριστό, που λένε και ο Πίπης, πρώτος πρώτος και ακούραστος, μας παρακινούσε συνεχώς για καινούριες περιπέτειες...
Στο ποτάμι, ψάχναμε τα καβούρια μέσα στις φωλιές τους, πολύχρωμες πέτρες και ζωγραφίζαμε στους τοίχους. Η χαρά της παρέας, ο Πίπης, είχε συνεχώς ιδέες.
Κάθε Παρασκευή βράδυ ερχόταν και άλλα παιδιά από την πόλη και η συμμορία μεγάλωνε...
'Εξωση έκανε στις κότες από το κοτέτσι, το είχε στολίσει με λουλούδια και κεριά και μας πήγε να μας δείξει το καινούριο μας σημείο συνάντησης...Εκεί μαζευόμασταν και λέγαμε ιστορίες για φαντάσματα, παραμύθια, ανέκδοτα και ο Πίπης γέλαγε, γέλαγε με την ψυχή του...Οι ξεσπιτωμένες κότες κακάριζαν απ' έξω, ξαγρυπνούσαν και αυτές μαζί μας, αφού δεν είχαν μέρος για να κοιμηθούν. Την άλλη μέρα ξανακαθάριζε το κοτέτσι και πάλι εμείς κατάληψη μέχρι το πρωί...
Και πέρασαν τα χρόνια και μεγαλώσαμε...Μεγάλωνε και ο Πίπης και η υγεία του χειροτέρευε, μα το χαμόγελο, δεν έφυγε ποτέ από τα χείλη του, δεν παραπονέθηκε, δεν το έδειξε...Όλη η ζωή του μπες βγες στα νοσοκομεία, ένας καθημερινός θάνατος...Η μόνη του διασκέδαση, η μηχανή του...Την έπαιρνε και εξαφανιζόταν για ώρες...Όλοι απορούσαν πως μπορούσε να την οδηγεί, με το ένα γερό του χέρι...Μα ήταν σπίρτο, ο Πίπης μας, όλοι πέρναμε δύναμη από εκείνον...ήταν η ελπίδα μας για να προχωράμε...Πολλές φορές κινδύνευσε η ζωή του, μα αυτός χαμογελούσε και το ξεπερνούσε...
Την τελευταία φορά που μπήκε στο νοσοκομείο, όλα ήταν διαφορετικά, δεν χαμογελούσε πια...Είχε κουραστεί να χαμογελάει... «Την υπογραφή σου θέλω, για να φύγω» μου είχε πει με τα νοήματα των χεριών του, όταν κουραζόταν να πονάει... «Δεν θα σου υπογράψω ποτέ», του έλεγα εγώ, γιατί σκεφτόμουν τον εαυτό μου, να μην πονέσω...τον ήθελα να τον έχω να τον βλέπω, γιατί ήταν (είναι) αδερφός μου...δεν σκέφτηκα πως εκείνος υπέφερε και ήθελε να ξεκουραστεί...Την τελευταία φορά, δεν χαμογελούσε πια...Του είπα «που πας, δεν σου έχω υπογράψει»... και μου απάντησε με τον ίδιο τρόπο των νοημάτων του, χωρίς να χαμογελάει...»δεν θέλω υπογραφή, φεύγω»...
Μετά από λίγες ώρες, έκλεισε τα μάτια και ξεκουράστηκε...
Ήταν 8 Ιουνίου 2008...
Τα πέντε χρόνια κλείνουνε απού 'σαι μισεμένο
και σκότωσα τσ' ελπίδες μου και μπλιο δε σ' ανημένω...
Μα η πληγή κι' αν έκαμε μια τσίπα, όλο ματώνει
και δε μπορώ να σε σκεφτώ, στου άδη το μπαλκόνι...
Η μόνη μας παρηγοριά, είναι πως έχεις γιάνει
και πως δεν κάνουν στο κορμί, οι πόνοι σου σεργιάνι...
Και ξέρω το χαμόγελο, έχεις στα χείλη πάλι
γι' αυτό όλα τα δάκρυα, απ' τα μάτια μας, χαλάλι...
αδερφέ μου...
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΒΟΤΖΑΚΗ
Οι μαντινάδες και οι στίχοι που στείλατε με τη λέξη, ποθαίνω:
Αραπλή Βούλα (Ρέθεμνος)
Δεν αναπνέω για να ζω, ούτε να μην ποθάνω
μου είναι αδιάφορο, μηχανικά το κάνω.
Κουτσελάκης Αντώνης Νέλος (Ιεράπετρα)
Είδα χαρές στου γυρισμού, τα ζάλα σου κοντά μου
αποθαμένες να κουνούν, μέσα στην αγκαλιά μου.
Πυρουνάκης Μιχάλης (Αθήνα)
Όποτες κι' α ν επόθαινα, μια χάρη θα ζητούσα
α ν ήταν μετ' επιστροφής, να σε ξαναγαπούσα.
Τσιτσιγιάννης Γιάννης (Βόλος)
Ο μερακλής ο άθρωπος, γελά όντε ποθαίνει
γιατί και πάλι θα γλεντά, στην άλλη γη που πιαίνει.
Αδαμάκης Ραφαήλ (Ηράκλειο)
Όντε ποθάνω θάψτε με σ' ένα δεντρό από κάτω
να λιώνω εγώ, να παίρνει αυτό, να νοιώθω πώς υπάρχω.
Δακανάλης Γιάννης -Στρατηγός (Αθήνα)
Εμείς κι' ανέ ποθάνομε, ο έρωντα μας πάλι
θα μείνει, να τονε έχουνε, παράδειγμα οι άλλοι.
Μονιάκης Στάθης (Ηράκλειο)
Όλα που θέλω να σου πω, σε δυο γραμμές τα βάνω
κοντά σου είμαι ζωντανός και φύγε να ποθάνω.
Ζαχαριουδάκης Γιάννης (Γαλιά Μεσσαράς Ηράκλειο)
Το ποθαμένο μη ν-το κλαις, δε ν-τον χαλεί το χώμα
τ' αζωντανού τα βάσανα, το καταλούν το σώμα.
Μυντιλάκη Μαρία (Χανιά)
Ποθαίνω κάμε γρήγορα, μη σπαταλάς το χρόνο
να με κρατήσει στη ζωή, θέλει μια λέξη μόνο.
Χασουράκη Ειρήνη (Αθήνα)
Να πόθαινα στα ψώματα, να δω αν θα δακρύσει
κι' ανε με μαύρα το κορμί, για μένα θα το ντύσει.
Κουκλινός Αντώνης (Ασήμι Μονοφατσίου Ηράκλειο)
Δείξε για πες τη διαφορά, ποιά 'ναι, του ποθαμένου
κι' ενός αζωντανού νεκρού, ερωτοχτυπημένου.
Μπακιρτζής Δημήτρης - Τζανοδημήτρης (Πεμόνια Αποκορώνου Χανιά)
Πόσες καρδιά μου προσευχές, για χάρη τζη θα κάνεις
αφορμαρές θα γίνουνε κι αιτίες ν' αποθάνεις.
Νικηφόρος Νικόλαος (Αξός Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)
Ανέ μ-ποθάνω και φανείς, πρόσεξε να μ-κλάψεις
ένα κερί στου δυστυχή, το φέρετρο ν' ανάψεις.
Πρικάκη Μαρία (Φιλιατρά Μεσσηνίας)
Αποθαμένος άθρωπος, είν' όποιος δε μ-πιστεύει
και εις το γ-κόσμο, που 'ρθενε, δε ξέρει ήντα γυρεύει.
Κορνάρου - Σκυβάλου Κατερίνα (Μουρτζανά Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)
Ποθαίνω και στα χέργια σου, αφήνω τη μ-πνοή μου
κι' αν θέλεις μια συχώρεση, να δώσεις στη μ-ψυχή μου.
Γαριπαντώνης (Νύβριτος Μεσσαράς Ηράκλειο)
Στα κόκκαλα μου πέρασε, ο πόνος του σεβντά σου
κι' άμα ποθάνω, υπεύθυνη, θα κυριχτείς και ξα σου.
Κυδωνάκη Ελένη (Αμάρι Ρέθεμνος)
Αζωντανή λογούμαι 'δα, μα ποθαμένη μοιάζω
όντε στι σκέψεις που πονούν, μέσα στη σκέψη βάζω.
Λεώνης Γιάννης (Αθήνα)
Να 'χενες μπέτη, χάροντα, να σου 'παιζα πεντ' έξι
σα μ-πόθαινες να γροίκουνα, τη ν-ύστερή σου λέξη.
Πολιτάκης Μανόλης (Μπαλί Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)
Ποθαίνω όντα θα μου πεις, πως φεύγεις μακριά μου
κι' έρχεται η ανάσταση, σα βρίσκεσαι κοντά μου.
Ψαθόπουλος Λεωνίδας (Αθήνα)
Πράμα δε ζήτηξα στο Θιο, στη ζήση παραπάνω
εκείνη να με αγαπά, ίσαμε να ποθάνω.
Χατζόπουλος Ι.Δημήτριος (Λείβαδος Ρέθεμνος)
Όσες βολές κι' α΄ γεννηθείς, Ιησού στη γης απάνω
ετότεσας θ' ανερωτάς ''και γιάντα να ποθάνω''.
Μουλουδάκης Γιάννης (Αθήνα)
Από 'ντε ν-εγεννήθηκα, ποθαίνω κάθα μέρα
στη κούραση να σ' αγαπώ, ομορφοθυγατέρα.
Λεουνάκης Νεκτάριος (Συρίλι Χανιά)
Σ' αγάπησα κι' είχ' αφορμή, στη ζήση ν' ανασαίνω
μα 'δα που λείπεις μια πνοή, μένει κι' απείς ποθαίνω.
Φανουράκης Ηλίας - Κουρσάρος (Άγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)
Ανέ 'φταιξα στο χωρισμό, Θέ μου να με ποθάνεις
πάλι κι' ανε 'φταιξε αυτή, μη μου τηνε πικράνεις.
Σπυριδάκης Μιχάλης ('Αγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)
Στην αγκαλιά τζη τη ζωή, ήρχιξα να μαθαίνω
κι' ανε ντη χάσω όσο ζώ, θα νοιώθω πως ποθαίνω.
Σηφάκης Λευτέρης (Αθήνα)
Ο έρωντας τση πρόβλημα, απού δε ξεδιλιένω
κι' αισθάνομαι καθημερνώς, τάξε ότι ποθαίνω.
Λαμπαρδάκης Νίκος (Ακούμια Αγίου Βασιλείου Ρέθεμνος)
Αποθαμένος έγινε, ο έρωτας μας τώρα
γιατ' ήρθενε ο χωρισμός, σαν αστραπή με μπόρα.
Λιονής Γιάννης (Ατσιπόπουλο Ρέθεμνος)
Σε Γολγοθάδες κι' αν βρεθώ και σε σταυρούς απάνω
τη ν-αθρωπιά μου θα βαστώ, ίσαμε να ποθάνω.
Σκουντριδάκης Σήφης (Κουρνάς Αποκορώνου Χανιά)
Πριχού ποθάνεις, γλέντησε, το γ-κόσμο, μπροσκερίτη
γιατί δε ν-έμεινε κιανείς, να κάνει το σπορίτη.
Παπαδάκη Κωνσταντίνα (Μεγαλόπολη Αρκαδίας)
Όντε μ-ποθάνω, θα 'θελα στο ν-τάφο να μη γ-κλαίνε
μονάχα λόγια τση χαράς, να 'ρχουνται να μου λένε.
Καλλέργης Γ.Κωστής - Κ.Ι.Γ.Κ. (Λούτρα Ρέθεμνος)
Ανε ποθάνω κι' έρθετε, δε θέλω 'γω λουλούδια
μόνο να με ποβγάλετε, με λύρες και τραγούδια.
Σηφάκης Γιώργης - Σιμισακογιώργης (Ρέθεμνος)
Ήθελα και να κάτεχα, σ' ήντα καράβι μπαίνει
και ταξιδεύει η ψυχή, τ΄αθρώπου σαν ποθαίνει.
Βοτζάκη Κατερίνα (Ρέθεμνος)
Σα στράτα κακοτράχαλη, η ζήση κι' αν ποθάνω
μον' οι χαρές θα κλάψουνε, που χάνουν το ζηθιάνο.
Βοτζάκη Κατερίνα
Στη μνήμη του Γιάννη Τζουρμπάκη
Φύγαν οι χρόνοι σα νερό, από το μισεμό σου
μα στσι καρδιέ μας έχουμε, ακόμα τον καημό σου.
Γιάντα Γιαννιό μου δέχτηκες, τη μπάλα του Θανάτου
κι' εδά στολίζεις τ' άψυχα, τα σκοτεινά στενά του.
Αφού οι ξένοι έχουμε, ακόμα την πληγή σου
φαντάσου τη καϊματέ, που έχουν οι δικοί σου.
Το επόμενο μας θέμα είναι λέξη, λαντουρώ και το μεθεπόμενο, νταλώνω και στέλνετε στα τηλέφωνα 6977185491 6981572714.