ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Τι ισχύει τελικά για τις συντάξεις χηρείας;

0

Τελευταία ακούγεται πολύ συχνά για τις συντάξεις χηρείας ότι είτε «καταργήθηκαν εντελώς» είτε ότι «χορηγούνται μόνο για τρία χρόνια και μετά διακόπτονται» και διάφορες τέτοιες παραφιλολογίες. Τι ισχύει, όμως, τελικά για τις συντάξεις χηρείας μετά τον Ν. 4387/2016, τον γνωστό και ως «Νόμο Κατρούγκαλου»;

Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης, δικαιούται σύνταξη ο επιζών σύζυγος, εφόσον έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του. Κρίσιμο, δηλαδή, για τη χορήγηση σύνταξης χηρείας είναι το πότε συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας του ο επιζών σύζυγος. Έτσι, εφόσον ο επιζών σύζυγος έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά το χρόνο θανάτου του συνταξιούχου ή του ασφαλισμένου, δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου χωρίς κάποιον χρονικό περιορισμό. Σε περίπτωση που ο θάνατος, όμως, έλαβε χώρα προτού συμπληρωθεί το 55ο έτος της ηλικίας από τον επιζώντα σύζυγο, τότε η σύνταξη καταβάλλεται σ’ αυτόν για διάρκεια τριών (3) ετών. Εφόσον κατά τη διάρκεια αυτής της τριετίας ο δικαιούχος της σύνταξης λόγω θανάτου συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του, η σύνταξη χορηγείται για τα τρία (3) αυτά έτη οπότε και διακόπτεται η καταβολή της, η οποία άρχεται εκ νέου με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του δικαιούχου. Εάν ο επιζών σύζυγος δε συμπληρώσει εντός αυτής της τριετίας το 55ο έτος της ηλικίας του, τότε δικαιούται σύνταξη μόνο για τα τρία (3) αυτά έτη, σύμφωνα με όσα ισχύουν σήμερα.

Οι ως άνω περιορισμοί στην καταβολή της σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο δεν εφαρμόζονται, εφόσον και για όσο χρόνο ο επιζών σύζυγος, κατά τον ως άνω χρόνο έχει τέκνο ή τέκνα άγαμα, τα οποία δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο έτος της ηλικίας τους, εφόσον αυτά φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές ή εφόσον ο θάνατος επήλθε κατά τη διάρκεια του έτους προετοιμασίας για την εισαγωγή τους σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή ή εφόσον, κατά το χρόνο θανάτου, τα τέκνα είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους αυτή επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας.

Ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου του συνταξιούχου ή του ασφαλισμένου συζύγου, εφόσον ο θάνατος επήλθε πριν από την πάροδο πέντε (5) ετών από την τέλεση του γάμου, εκτός και αν εμπίπτει σε μία από τις εξαιρέσεις που ο νόμος ρητά προβλέπει.

Στον επιζώντα σύζυγο καταβάλλεται το 50% του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή που είχε δικαιωθεί ο θανών σύζυγος, το οποίο δύναται να υποστεί μείωση, ανάλογα με την ηλικιακή διαφορά του θανόντος και του επιζώντος συζύγου. Το ποσό αυτό καταβάλλεται ολόκληρο για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα. Εφόσον μετά την πάροδο της τριετίας, και σύμφωνα με τις ανωτέρω προϋποθέσεις, ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, τότε καταβάλλεται η σύνταξη μειωμένη κατά 50%. Κατ’ εξαίρεση και εφόσον συντρέχει αναπηρία στο πρόσωπο του επιζώντα συζύγου σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη για όσο διάστημα διαρκεί η αναπηρία του.

Παραπάνω παρατίθεται το γενικό πλαίσιο της νομοθεσίας σχετικά με τις συντάξεις χηρείας, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί και ισχύει σήμερα. Είναι αυτονόητο πως κάθε περίπτωση συνταξιοδότησης έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και θα πρέπει να κρίνεται κατά περίπτωση, κατόπιν  εμπεριστατωμένης  μελέτης.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ