ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο λυράρης και η κοπελιά (Το δίλημμα)

0

Η ζωή μας είναι γεμάτη από διλήμματα! Κάθε άνθρωπος, συχνά, καλείται είτε από άλλους είτε από την ίδια του τη συνείδηση να αποφασίσει, σταθμίζοντας τα υπέρ και τα κατά δυο ή και περισσότερων επιλογών, που πολλές φορές αποδεικνύονται κρίσιμες για την εξέλιξη της ζωής του.

Η ιστορία των στίχων που ακολουθούν εκτυλίσσεται στις αρχές της δεκαετίας του 1960  και οι στίχοι εστιάζουν στα έντονα συναισθήματα Κρητικού καλλιτέχνη παραδοσιακής μουσικής εκείνης της εποχής, και συγκεκριμένα λυράρη, ο οποίος, στιγμιαία, έρχεται αντιμέτωπος με την επιλογή να εγκαταλείψει το παίξιμο της λύρας, επειδή η λύρα φαίνεται να μπαίνει εμπόδιο ανάμεσα σ’ αυτόν και την κοπέλα που αγαπά. Λόγω της ασχολίας του με την κρητική μουσική που μονοπωλεί πλέον μεγάλο μέρος του χρόνου του διαφαίνεται ισχυρό το ενδεχόμενο να μην έχει ευτυχή κατάληξη το ειδύλλιο που πλέκεται μεταξύ τους. Όμως, ο καλλιτέχνης, παρά το στιγμιαίο δίλημμά του, επιλέγει να μην «παντονιάρει» το αγαπημένο του μουσικό όργανο. Με λόγια καυστικά, μα «ντρέτα» και ειλικρινά, φέρνει και την κοπελιά ενώπιον του δικού της διλήμματος είτε να τον αποδεχτεί μαζί με τη λύρα του και τον τρόπο της ζωής του, δεχόμενη έτσι την αδιαπραγμάτευτη αγάπη του για τη μουσική του τόπου του που τη νιώθει να ταυτίζεται με την ίδια του την ύπαρξη είτε να παραμείνει αμετακίνητη στην αρνητική στάση της -ο καλλιτέχνης έχει τη βεβαιότητα ότι είναι λανθασμένη και άδικη για τον ίδιο- με πιθανότερο επακόλουθο να σταματήσει πριν ουσιαστικά ξεκινήσει ο μεταξύ τους δεσμός. Ο νέος, παρά την πικρία του για τη μέχρι τώρα στάση της καλής του, η οποία έχει επηρεαστεί αρνητικά  στο θέμα αυτό από την οικογένειά της, εξακολουθεί να ενδιαφέρεται πραγματικά για την κοπελιά και να ελπίζει στην τελική θετική επιλογή και στάση  της. 

Ποια θα είναι όμως η τελική επιλογή της κοπελιάς;

Η απάντηση δίνεται από τη φωτογραφία του παρόντος κειμένου.       

 

(Ο λυράρης συλλογάται)

Νιώθω τα συναιστήματα αληθινή πλημμύρα,

κάθε που πιάνω και βαστώ στα χέρια μου τη λύρα.

Ωσάν τ’ ανήμερο θεριό χυμά ο λογισμός μου,

θύμισες φέρνει ακριβές, αζωντανές ομπρός μου.

 

Κάμποσα χρόνια πάνε μπλιο απού ’μουνε κοπέλι,

λύρα ’κανα πως έπαιζα στο ξύλο με το τέλι.

Μα ογλήγορα η καρυδιά κούφια μορφή ’χεν’ πάρει,  

το τέλι αντικατάστεσα μ’ ένα γ-καλό δοξάρι.

Κι απόκειας δεν εκάτεχα νύχτα ’τονε γη μέρα,

έπαιζα και ξανάπαιζα στη Ρούγα η-τη μ-Πέρα.

Τότες δε ντο περίμενα πως θα το φέρ’ η μοίρα,

για λόγου σου στου έρωντα να λιώνω την αρμύρα.

Γυρεύγω μια γλυκιά μαθιά μέλι να ’ναι γεμάτη

μα συ μου ρίχνεις στη μ-πληγή αργά αργά αλάτι.

Εις τη μ-πληγή που μ’ άνοιξες με τα δικά σου μάθια,

μα ’μαι φτωχός τραγουδιστής κι εσύ ’σαι στα παλάθια.

 

(Ο λυράρης εξηγείται)

Όντε θωρώ σε κοπελιά πιάνει με ανατριχίλα,

και θέλω να σου τραγουδώ και να σου παίζω λύρα·

σιγά σιγά με κοντυλιές πάω να σε μερώσω,

και το σκληρό εγωισμό να στονε μαλακώσω.

 

Εγροίκουν’ πως δεν ήθελες τη μουσική τση Κρήτης,

τρέμου ντα Όρη τα Λευκά κι ο γέρο Ψηλορείτης.                     

Τη μουσική του τόπου σου γιάηντα την κάνεις πέρα,

και μόνο θες τη γ-κλασική, βιόλες και βιολοντσέλα.

Και μου ’πες με τη λύρα μου δε κάνω για σαλόνια,

εκειά α(ν) δε με βάλουνε θα παίζω και στ’ αλώνια!

Στα όρη στα ψηλά βουνά με τσι πυκνές συστάδες,

θα παίζω και θα τραγουδώ, θα λέω μαντινάδες.

Και θα γυρίζω το χωριό νυχτερινές καντάδες,

στη σάλα σου και α(ν) δε μπω δε γ-κάνω τεμενάδες.

 

Με δυο αγάπες πολεμώ, με σένα και τη λύρα,

το βλέμμα σου ορμήνεψα μα ’πόφαση το πήρα·

αγάπα με να σ’ αγαπώ, θέλε με να σε θέλω,

τη λύρα μη γ-κατηγορείς, φωνή ’ναι των αγγέλω.

Γιατί, το μ-πόνο παγουδιά, τσι πίκρες τιθασεύγει,

κάνει και τον ακάτεχο να βγει και να χορεύγει.

Κι ο μερακλής την όμορφη που θέλει να γνωρίσει,

με λίγες νιώθει κοντυλιές χωρίς κρασί μεθύσι!

 

Σκύψε εις τη μ-παράδοση καλά να τη γνωρίσεις,

μπόλικους θησαυρούς θα βρεις και θα το μολοήσεις.

Δέξου με με τη λύρα μου κ’ υπόσχεση σου δίνω,

αντίς για λύρα που και που θα παίζω μαντολίνο!

 

ΓΛΩΣΣΑΡΙ

απόκειας= μετά, ύστερα

γη=ή

γιάηντα (και γιάντα)=γιατί

γροικώ=ακούω (εγροίκουνε=άκουγα)

γυρεύγω=ψάχνω

εξηγούμαι=ανακοινώνω τις απόψεις ή προθέσεις μου

θωρώ=βλέπω

κατέχω=ξέρω

(η)κοντυλιά=η μουσική φράση από κρητικό έγχορδο

(το) κοπέλι=το παιδί

(ο)λογισμός=η σκέψη

(για) λόγου σου=για σένα

μερώνω=ημερεύω

μπλιο=πλέον

(ο)ντρέτος,-η,-ο=ο ίσιος, ευθύς

ογλήγορα=γρήγορα

όντε=όταν

ορμηνεύ(γ)ω=ερμηνεύω (και συμβουλεύω)

παγουδιώ=ανακουφίζω

παντονιάρω (και παντονιέρνω)=εγκαταλείπω

(η) Πέρα Ρούγα=είναι τοπωνύμιο και κρητικών χωριών

συλλογούμαι/-άται=σκέφτομαι/-εται

(το) συναίστημα=το συναίσθημα

(το) τέλι=το σύρμα

(ο) τεμενάς=η υπόκλιση

τιθασεύ(γ)ω=ελέγχω

τση=της & τσι=τις, τους

’χεν’ (είχενε)=είχε

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ