«Ἀπὸ ἕνα γέροντ’ ἀσκητὴ ἄκουσα νὰ διηγάται,
“-Ποὺ ἰδεῖ Σταυρὸ στὸν οὐρανὸ καλότυχος λογάται.
Στοῦ Ψηλορείτη τὴν κορφὴ ὁπού ’ναὶ ἡ ἐκκλησία,
ἀπό ’κεῖ μέσα ξεκινᾶ μὲ τόση παρρησία.
Κι ἡ νύχτα ἡμέρα γίνεται, τὸν οὐρανὸ ἀνοδεύει,
κ’ εἰς τὲς Μαδάρες των Σφακιὼν πάει καὶ βασιλεύει.
Ὅ,τι ζητήσεις δίδει σου, κι ὅλα τὰ πάθη γειαίνει,
καὶ σὰν ἀστέρι χύνεται, σὰν ἀστραπὴ διαβαίνει”.
Παράκληση καὶ προσευχὴ βγῆκα κι ἐγὼ νὰ κάμω,
πλούτη καὶ δόξες δὲ ζητῶ, χαρὲς μηδὲ καὶ γάμο.
Γιατί αὐτὰ εἰς τὴ σκλαβιὰ ποτὲ δὲν ὠφελοῦνε,
ξανάστροφα γυρίζουνε καὶ βάσανα γενοῦνε.».
Παύλος Γ. Βλαστός, «Ἡ Ὕψωσις ἐν Οὐρανῷ τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ κορυφῇ της Ἴδης ναϊδίου καὶ τὸ ζήτημα τοῦ Κρητός».
Το 1960, ο σπουδαίος κρητολόγος και μετέπειτα πανεπιστημιακός καθηγητής και ακαδημαϊκός Μανούσος Μανούσακας, με μια άκρως διεισδυτική διδακτορική διατριβή, έφερε στο φως εντυπωσιακά στοιχεία, από πρωτότυπες πηγές των αρχείων της Βενετίας που ο ίδιος ερεύνησε, σχετικά και με τη συνωμοσία που με πρωτοστάτη τον μυστηριώδη επαναστάτη Σήφη Βλαστό, απόγονο της βυζαντινής οικογένειας των Βλαστών, προπαρασκευάστηκε το 1453-1454 στη Δυτική Κρήτη.
Χρησιμοποιώ το επίθετο «μυστηριώδης» για τον Σήφη Βλαστό, επειδή, παρά την εντυπωσιακή ανασύνθεση από τον Μανούσακα της ακολουθίας των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Κρήτη και στη Βενετία κατά την περίοδο αυτή -ο Μανούσακας εξέδωσε ήδη από το 1959 στην Ε.Ε.Β.Σ. τα σχετικά βενετικά έγγραφα- ο Σήφης Βλαστός παραμένει ουσιαστικά άγνωστος και ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν ακόμη και σήμερα γι’ αυτόν. Το 1932, ο Κώστας Καιροφύλας είχε δημοσιεύσει πως ο παππούς του Σ. Βλαστού ονομαζόταν και αυτός Σήφης και ο πατέρας του Θωμάς, και πως ο Θωμάς είχε πουλήσει στον Ματθαίο Καλλέργη τιμάριό του στο χωριό Κυριάννα.
Στα βενετικά έγγραφα γίνεται λόγος για συνωμοσία ή επανάσταση (conspirationem ή rebellionem). Ο Σήφης Βλαστός, που σίγουρα ήταν άνθρωπος με ισχυρή προσωπικότητα, αποκαλείται «επικεφαλής και κύριος καθοδηγητής» («caput et doctor principalis»). Οι βενετικές αρχές τον χαρακτηρίζουν «κακό» («nequam»), «πονηρότατο» («sceleratissimi»), «προδότη» («proditoris»), «μισητό και διαβολικό άνθρωπο» («detestandi et diabolici hominis»), χαρακτηρισμοί που κατά τον Μανούσακα αντανακλούν το μέγεθος της εχθρότητας του Βλαστού κατά της βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη. Τη δεκαετία του 1960, μετά από συμπληρωματικές έρευνες που έκανε στα αρχεία της Βενετίας για λογαριασμό του Μανούσακα ο τότε επιστημονικός συνεργάτης του Ζαχαρίας Τσιρπανλής, κατάφερε να εντοπίσει τρία νέα έγγραφα. Σε δύο από αυτά -το ένα είναι επιστολή του ρέκτορα Ρεθύμνου προς την Αυθεντία της Κρήτης με ημερομηνία 18-9-1454- αναφέρεται και ο ακριβής τόπος καταγωγής του Σήφη Βλαστού, το χωριό Ατσιπάδες του σημερινού Δήμου Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου. Ειδικότερα, στην επιστολή αναγράφεται: «Isifium Vlasto de casali AҪupades» (Μανούσακας 1964:σ.234 εγ.1, 236 εγ.2, στ.7-8). Επειδή και οι εκ των ηγετών της συνωμοσίας, Λεοντάκιος Τρουλλινός και Ν. Φιλήμος κατάγονταν από το Ντιμπλοχώρι και τον Άγιο Ιωάννη Καημένο, αντίστοιχα, συμπεραίνεται ότι το επίκεντρο της συνωμοσίας, πιθανότατα, ήταν η πρώην επαρχία Αγίου Βασιλείου, που εκείνα τα χρόνια ονομαζόταν ακόμη Κάτω Σύβριτος (Μανούσακας 1964:σ.230-231). Όμως, συνωμότες προέρχονταν και από περιοχές των Χανίων.
Η συνωμοσία του Σήφη Βλαστού οργανώθηκε την ίδια περίοδο που έγινε και η Άλωση της Κων/πολης, όταν δόγης της Βενετίας ήταν ο Franciscus Foscari και Πάπας ο Νικόλαος Ε’, και συνέπεσε με τη συρροή στην Κρήτη Βυζαντινών προσφύγων, μεταξύ των οποίων και πολλοί κληρικοί. Σύμφωνα με τον Andrea Cornaro, που στις αρχές του 17ου αιώνα έγραψε ιστορία της Κρήτης («Historia di Candia»), η συνωμοσία είχε απελευθερωτικό σκοπό. Στα βενετικά έγγραφα γίνεται λόγος για συνωμοσία κατά του Βενετικού Κράτους («contra statum nostrum»). Κατά τον Μανούσακα, ο αγώνας των Κρητικών εναντίον των Βενετών συνταυτιζόταν με τον αγώνα της Ορθοδοξίας κατά της Λατινικής Εκκλησίας, ενώ δεν αποκλείεται να υπήρχε ταυτόχρονα και το όραμα της συνέχειας του Βυζαντινού Κράτους στην Κρήτη, της οποίας το πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού ήταν Έλληνες ορθόδοξοι. Στα βενετικά έγγραφα υποδεικνύεται ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας, Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, ως ο ηγεμόνας στον οποίον θα προσφερόταν η Κρήτη από τους στασιαστές μετά την απελευθέρωσή της, αφού, στην από 13-11-1454 απόφαση του Συμβουλίου των Δέκα αναφέρεται ότι οι ιερωμένοι που συμμετείχαν στη συνωμοσία «κατασκεύασαν ψεύτικες επιστολές του αυτοκράτορα» («fabricauerunt literas falsas Imperatoris»), με άγνωστο σε μας περιεχόμενο, κάτι που αποδεικνύει ότι η αρχή της συνωμοσίας χρονολογείται πριν από την Άλωση της Κων/πολης που έγινε στις 29-5-1453. (Μανούσακας 1960:σ.34, 35 & σημ.1, 100, στ.71-72 έγ. Η’).
Εφόσον δεν έχει βρεθεί κάποια από αυτές τις αυτοκρατορικές επιστολές, οι οποίες θα έπρεπε λογικά να ήταν χρυσόβουλα (τα χρυσόβουλα υπογράφονταν από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα, έφεραν στοιχεία γνησιότητας και αφορούσαν κυρίως δωρεές και παραχώρηση διαφόρων προνομίων), μπορούμε κάλλιστα να διατηρήσουμε επιφυλάξεις τόσο για την ύπαρξή τους όσο και για την αναφερόμενη «πλαστότητα» τους, η οποία θεωρώ δεδομένο ότι θα διερευνηθεί εκ νέου, στην περίπτωση που υφίστανται και κάποια από αυτές βρεθεί κάποτε. Εκείνη την περίοδο, μετά την Άλωση, δεδομένων των συνθηκών που υπήρχαν, μια παρουσιαζόμενη επιστολή του Κων/νου Παλαιολόγου η οποία τυχόν θα απευθυνόταν στους Κρητικούς για παροχή βοήθειας έναντι του τουρκικού κινδύνου, ίσως θα συνέφερε τους Βενετούς να θεωρηθεί πλαστή, αλλά και, στην περίπτωση που ήταν γνήσια, να καταστεί δύσκολα προσβάσιμη, αν στην επιστολή αυτή τυχόν υπήρχαν αρνητικές κρίσεις για την ηγεσία της Βενετίας και γενικά τη χριστιανική δύση, ότι δεν βοηθούσαν αρκετά και δεν έκαναν το καλύτερο που θα μπορούσαν για τη σωτηρία του Βυζαντίου από τον τουρκικό κίνδυνο. Είναι αλήθεια, ότι αν και ζητήθηκε βοήθεια, οι Βενετοί που είτε στάλθηκαν να ενισχύσουν τα τείχη της Βασιλεύουσας είτε ήταν ήδη εκεί ως μισθοφόροι είτε εθελοντικά -κυρίως ως μέλη της εκεί βενετικής παροικίας- προσφέρθηκαν να πολεμήσουν, ήταν αναλογικά λίγοι· γύρω στο 5% του συνόλου των υπερασπιστών, ενώ και ο Πάπας, δυσαρεστημένος από τις υπαναχωρήσεις των Βυζαντινών αναφορικά με την εφαρμογή των αποφάσεων της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, έστειλε για βοήθεια μόλις 200 Ιταλούς τοξότες.
Σε χειρόγραφο της Μονής Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους, που γράφτηκε το 1460, αναφέρεται «βασιλικόν μήνυμα, χρυσόβουλλον» που παρέδωσε ο Βενετός πλοίαρχος Αρμάντος στον Σφακιανό καπετάνιο Μανούσο Καλλικράτη, για να συνδράμει το συντομότερο μαζί με τα καράβια του στην άμυνα της Βασιλεύουσας. Στην επιστολή αυτή οι Κρητικοί ανταποκρίθηκαν και αναχώρησαν από το λιμάνι της Σούδας, με 5 καράβια και 1500 εθελοντές, στις 18-3-1453. Ίσως όμως πρόκειται για άλλη επιστολή, ακίνδυνη για τις βενετικές αρχές, οι οποίες, για να καθυστερήσουν τους Τούρκους, αφού μετά το Βυζάντιο ήξεραν ότι έρχεται η σειρά τους, και ταυτόχρονα για να αποδυναμώσουν την Κρήτη από τα γενναιότερα παιδιά της που θεωρούσαν εν δυνάμει επαναστάτες, συνέβαλαν στην προώθησή της, μη γνωρίζοντας ακόμη τις τυχόν απευθείας αποσταλείσες επιστολές στους Κρητικούς που ενδεχομένως περιείχαν αρνητικές για τη Βενετία και για τη λατινική Εκκλησία κρίσεις του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου ή ίσως την επιβεβαίωση της ελληνικότητας του νησιού από πλευράς του. Άλλωστε, μάλλον ήταν αναγκαία και μια τυπική επιστολή που θα είχε τη βενετική έγκριση για να ξεκινήσουν τα κρητικά καράβια από την Κρήτη, αφού η Κρήτη δεν ήταν την περίοδο αυτή ελεύθερη περιοχή του Ελληνοχριστιανικού κόσμου. Βέβαια, αυτά αποτελούν προς το παρόν εικασίες…. Πάντως, μια επιστολή του Βυζαντινού αυτοκράτορα με αποδέκτες τους Κρητικούς, είτε γνήσια είτε κατασκευασμένη και με δεδομένο ότι η συνωμοσία προετοιμαζόταν ήδη πριν από την Άλωση, σίγουρα θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς της συνωμοσίας και θα βοηθούσε στην προσέλκυση περισσότερων οπαδών.
Είναι αλήθεια πως εκτός από το προαναφερόμενο χειρόγραφο της Μονής Βατοπαιδίου, τόσο από το «Χρονικόν» του Γεωργίου Φραντζή όσο και από άλλα έγγραφα, όπως τον «Κώδικα τῆς Μονῆς Ἀγκαράθου» που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά και το θρηνητικό ποίημα «Ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινούπολης» που σώζεται σε χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων -κατά τον Λίνο Πολίτη γράφτηκε αμέσως μετά την Άλωση και όπως απέδειξε ο Εμμανουήλ Κριαράς προέρχεται από την Κύπρο και όχι από την Κρήτη- αποδεικνύεται η πολύ στενή σχέση που είχε εκείνη την εποχή η Κρήτη με το Βυζάντιο στη συνείδηση γενικά του Ελληνισμού, παρότι ήταν Βενετοκρατούμενη. Οι Κρητικοί που υπερασπίζονταν τρεις πύργους· του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου, αρνήθηκαν να παραδοθούν ενώ η Πόλη είχε ήδη αλωθεί, και λόγω της γενναιότητάς τους, ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής τους επέτρεψε να αποχωρήσουν ελεύθερα για την Κρήτη, με ό,τι είχαν μαζί τους. Άλλοι Κρητικοί, με αρχηγό τον Παυλή Καματερό από την Κίσσαμο, καπετάνιο ενός από τα κρητικά καράβια που είχαν προστρέξει για βοήθεια, σκοτώθηκαν στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, μαζί με τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο, ενώ στους στίχους 37-38 του «Ἀνακαλήματος» ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας, την ύστατη ώρα της ζωής του, περικυκλωμένος από τους εχθρούς και καταλαβαίνοντας ότι δεν υπάρχει πλέον καμία ελπίδα σωτηρίας, παρακαλεί: «Κόψετε τὸ κεφάλιν μου, χριστιανοὶ Ρωμαῖοι· ἐπάρετέ το, Κρητικοί, βαστᾶτε το στὴν Κρήτην...». Στο χειρόγραφο της Αγκαράθου διασώθηκε και η επίδραση που είχε το μήνυμα της Άλωσης της Πόλης στους Κρητικούς: «Καὶ ἐγένετο οὗν θλῖψις καὶ πολὺς κλαυθμὸς εἰς τὴν Κρήτην διὰ τὸ θλιβερὸν μήνυμα ὅπερ ἦλθεν. Ὅ,τι χεῖρον τοῦτο οὐ γέγονεν οὐ τε γενήσεται». Μετά την Άλωση, οι Κρητικοί, και όχι μόνο, θεωρούσαν πως η Κρήτη γινόταν πλέον ο βασικός θεματοφύλακας της βυζαντινής παράδοσης.
Αλλά και ο οργανωτής της συνωμοσίας, Σήφης Βλαστός, ως εκπρόσωπος της αρχοντικής οικογένειας των Βλαστών, που θεωρούσαν ότι είλκυαν την καταγωγή τους από την Κων/πολη, θα ένιωθε κοντά στον τελευταίο Βυζαντινό αυτοκράτορα, όπως η πλειοψηφία των Κρητικών εκείνη την περίοδο. Άλλωστε, η οικογένεια των Βλαστών είχε ήδη μέχρι τότε προσφέρει αρκετά στην Κρήτη και το Βυζάντιο, αφού εκτός από τη συμμετοχή τριών μελών της, που ήταν αδέλφια, στην μεγάλη κρητική επανάσταση του Αλεξίου Καλλέργη (1282-1299), εύπορο μέλος της από τον κλάδο που κατοικούσε στη Μεσαρά και τα μέλη του μετονομάστηκαν από τη Βενετοκρατία ακόμη σε Κουρμούληδες, προκύπτει από βυζαντινά χρυσόβουλα του 1324 και του 1332 ότι δάνειζε με μεγάλες ποσότητες χρυσού τους αυτοκράτορες Ανδρόνικο Β’ και Ανδρόνικο Γ’ Παλαιολόγους, στις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους κατά των Φράγκων (Χρηστάκης-Πατεράκης 1995:σ.453-454).
Σύμφωνα με την από 23-5-1453 απόφαση του Συμβουλίου των Δέκα, στην πόλη του Ρεθύμνου, την περίοδο της συνωμοσίας, είχε επέλθει διχόνοια μεταξύ των σημαντικότερων πολιτών της πόλης και οι αρχηγοί των δυο αντιμαχόμενων πλευρών κυκλοφορούσαν οπλισμένοι και μάλιστα αλληλοσυγκρούστηκαν στην πλατεία, ενώπιον του ρέκτορα και των συμβούλων. Τα μέτρα που πήραν οι Βενετοί επιδείνωσαν αντί να βελτιώσουν την κατάσταση, δημιουργώντας κατάλληλο κλίμα για την εκκόλαψη της συνωμοσίας.
Μέλη της συνωμοσίας και υποκινητές της σχεδιαζόμενης εξέγερσης έγιναν οι πολέμιοι της συμφωνίας Ένωσης της Ορθόδοξης με την Καθολική Εκκλησία, που υπογράφτηκε στη Φλωρεντία το 1439. Ήταν κυρίως χωρικοί -κληρικοί και λαϊκοί- που παρέμεναν προσκολλημένοι στην εθνική παράδοση και την Ορθοδοξία, μισούσαν τους κατέχοντες σημαντικές εκτάσεις γης εκπροσώπους του λατινικού κλήρου, τους Βενετούς φεουδάρχες, τις Αρχές του νησιού, και γενικά όσους θεωρούσαν ότι επεδίωκαν να τους επιβάλλουν βίαια την Ένωση. Σταδιακά, από τα τέλη του 14ου μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα η θρησκευτική κατάσταση στην Κρήτη είχε διαμορφωθεί από τη δράση γνωστών αντιμαχόμενων ανθενωτικών και ενωτικών θεολόγων. Στους πρώτους ανήκαν οι: Ιωσήφ Βρυέννιος, Νείλος Δαμιλάς, Ιωσήφ Φιλάγρης, ενώ στους δεύτερους, οι: Μανουήλ Καλέκας, Δημήτριος Κυδώνης, Μάξιμος Χρυσοβέργης. Ήδη, από το 1452 είχε προκριθεί από τη Βενετία στη σημαντική θέση του πρωτοπαπά Χάνδακα (προϊστάμενος ορθόδοξου κλήρου ελλείψει ορθόδοξου επισκόπου) ο ιερέας Μάρκος Παυλόπουλος, ως υπέρμαχος της ένωσης των Εκκλησιών. Ο νομοφύλακας και χαρτοφύλακας Κρήτης Παϊσιος, που είχε σταλεί στην Κρήτη από τους ανθενωτικούς της Κων/πολης για να συνεχίσει το έργο του Άνθιμου του Ομολογητού και του Ιωσήφ Βρυέννιου, συνελήφθη από τις Βενετικές αρχές λίγο πριν από την Άλωση και αφού λιποψύχησε παραιτήθηκε από την αποστολή του. Ηγέτης των ανθενωτικών της Κων/πολης ήταν τότε ο Γεώργιος Σχολάριος (1ος μετά την Άλωση Οικουμενικός Πατριάρχης, Γεννάδιος Β’), συνεχιστής του έργου του Μάρκου του Ευγενικού, ο οποίος (Ευγενικός) ήταν πολύ δημοφιλής στην Κρήτη, αφού ακόμη και τον 16ο αιώνα κυκλοφορούσαν ανθενωτικές επιστολές του ανάμεσα στους ορθόδοξους και τους καθολικούς ακόμη της Κρήτης, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις των Βενετών αξιωματούχων Piero Bosadonna και Alvise Grimani (Τσιρπανλής 1967: σ. 170 σημ. 2, 301-7, 315-9). Επίσης, ο καρδινάλιος Ισίδωρος του Κιέβου που είχε εκλεγεί από τον Πάπα ως Λατίνος Πατριάρχης Κων/πόλεως (1452-1463) είχε ήδη από το καλοκαίρι του 1453 καταφύγει στην Κρήτη και είχε καλέσει με εγκυκλίους και επιστολές του τον πληθυσμό των Βενετοκρατούμενων χωρών και ιδίως της Κρήτης και της Εύβοιας να προσχωρήσουν στην Ένωση των Εκκλησιών. Στην Κρήτη βρισκόταν και ο Jacopo Foscari, γιος του τότε δόγη της Βενετίας, που είχε εξοριστεί εκεί από το 1451.
Με βάση τα έγγραφα που εξέδωσε ο Μανούσακας, οι γνωστοί σε μας συνωμότες του 1453-1454, καθώς και οι δούκες, ρέκτορες και οι σύμβουλοί τους που υπηρετούσαν στην Κρήτη την περίοδο της συνωμοσίας, ήταν οι παρακάτω (οι Βενετοί ή οι θεωρούμενοι ως βενετικής καταγωγής αναγράφονται με λατινικούς χαρακτήρες):
Συνωμότες: Σήφης Βλαστός (επικεφαλής και βασικός καθοδηγητής), Λεοντάκιος Τρουλλινός, Μανασσής Αρκολέος (ιερέας), Νικόλαος Φιλήμος Χαρκιάς, Γεώργιος Φιλήμος Κοτρώνης, Παύλος Καλύβας (ιερέας), Γεώργιος Καλλέργης. Οι πεντε πρώτοι κατάγονταν από περιοχές του Ρεθύμνου και οι δύο τελευταίοι από περιοχές των Χανίων. Πέρα από τον Σήφη Βλαστό και οι υπόλοιποι έξι αποτελούσαν ηγετικά μέλη της συνωμοσίας.
(Σημ.: Για τους Ιωάννη Αργυρόπουλο και Ιωάννη Μελισσηνό που κατά καιρούς έχουν αναφερθεί από ιστορικούς ως συνεργάτες του Σήφη Βλαστού, ο Μανούσακας, με βάση τα έγγραφα που παραθέτει, αποδεικνύει ότι αυτοί έδρασαν αργότερα, στη συνωμοτική κίνηση του 1460-1461. Μάλιστα, όπως αποδεικνύει ο Μανούσακας, ο Ιωάννης Μελισσηνός δεν ήταν συνωμότης αλλά καταμηνυτής της συνωμοσίας του Ιωάννη Γαβαλά, το 1460. Ο δε Γεώργιος Γαβαλάς δεν ήταν συνωμότης του 1460-1462 αλλά προγενέστερος καταδότης των οπαδών του Σήφη Βλαστού, το 1454.)
Δούκες, ρέκτορες και σύμβουλοί τους στην Κρήτη του 1453-1454:
Στο λεγόμενο από τους Βενετούς «Βασίλειο της Κρήτης» («Regno di Candia») η διοίκηση είχε διαμορφωθεί στα πρότυπα της μητρόπολης. Ανώτατη πολιτική αρχή στο νησί ήταν ο δούκας που μαζί με τους συμβούλους του (Consiliarii) αποτελούσαν την Αυθεντία (Signoria).
Δούκας Κρήτης (Duca di Candia): Bernardo Balbi (1450-1453) και Benedictus Vitturi (1453-1456). Ο ένας από τους δύο συμβούλους του Vitturi ονομαζόταν Benedictus Erizo.
Ρέκτορας Ρεθύμνου (Rector Rethimi): Petrus Georgio, με δύο συμβούλους, τον Mapheus Baffo και τον Johannes Donato (τουλάχιστον μέχρι τις 31-8-1454· στις 18-9-1454 στη θέση αυτή βρισκόταν ο Lucas Mudacio).
Ρέκτορας Χανίων (Rector Caneae): Johannes Trivisano, με δύο συμβούλους, τον Marcus Querini και τον Franciscus Mauro.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1454, οι Κρητικοί συνωμότες συνέχιζαν να προετοιμάζουν την εξέγερση κατά των Βενετών, στα δύο δυτικά διαμερίσματα του νησιού, δυσαρεστημένοι ίσως ακόμη περισσότερο μετά τη συνθήκη ειρήνης που συνήψε στις 18-4-1454 η Βενετία με τον πορθητή της Κων/πολης Μωάμεθ Β’, με κύριο στόχο τη διασφάλιση των εμπορικών της συμφερόντων. Όμως, η συνωμοσία που εξυφάνθηκε, προτού εκκολαφθεί εντελώς και εξελιχθεί σε επανάσταση, προδόθηκε. Από απόφαση της Αυθεντίας της Κρήτης, με ημερομηνία 24-8-1454, συμπεραίνεται ότι πιθανότατα η κατάδοση της συνωμοσίας έγινε πριν από την ημερομηνία αυτή (Μανούσακας 1964: σ.231) και οι αρχικές συλλήψεις έγιναν μεταξύ της 25ης Αυγούστου και του τέλους του ίδιου μήνα. Η Αυθεντία της Κρήτης, εκτός από στρατιωτική δύναμη, υπό τον στρατηγό Κρήτης Franciscus Bono, έστειλε στο Ρέθυμνο και τον σύμβουλό της Benedictus Erizo. Ταυτόχρονα, ομάδες αφοσιωμένων στην Βενετία ευγενών, μαζί με τους ανθρώπους τους, κινήθηκαν προς τα σπίτια των συνωμοτών οι οποίοι είχαν επισημανθεί. Αρκετοί από τους συνωμότες και κυρίως τα ηγετικά μέλη της συνωμοσίας συνελήφθηκαν αιφνιδιαστικά και θανατώθηκαν, είτε αμέσως είτε μετά από σύντομη δίκη. Ειδικά για τον Σήφη Βλαστό, γνωρίζουμε ότι δεν θανατώθηκε επί τόπου, εφόσον, στην από 23-5-1472 απόφαση του Συμβουλίου των Δέκα αναφέρεται ότι συνελήφθη και παραδόθηκε στις αρχές από τον Ανδρέα Καλλέργη (Μανούσακας 1960: σ. 145,στ.19-20 εγ. ΜΔ’). Μεταξύ αυτών που συνέλαβαν τον Βλαστό ήταν ο Ιωάννης Καβαλλαρίκης και ένας ευγενής από την οικογένεια Zane. Στο από 1-10-1454 έγγραφο του ρέκτορα Χανίων και στην από 4-10-1454 επιστολή του δόγη ο Βλαστός αναφέρεται ήδη νεκρός (Μανούσακας 1960: σ. 96, στ.7 εγ. Ζ’). Δεν είναι γνωστό με ποιον ακριβώς τρόπο θανατώθηκε. Ο Σπυρίδωνας Ζαμπέλιος, στο βιβλίο του «Κρητικοί Γάμοι», που στηρίχθηκε εν μέρει σε ιστορικές πηγές, αναφέρει ότι η γυναίκα του Σήφη Βλαστού και η δεκαπενταετής κόρη του υπέστησαν το βασανιστήριο της τριχοκρεμάλας (tortura capillorum) και ότι η κόρη του «ἀπέθανεν ὑπό τους αἰκισμοὺς τῆς βασάνου».
Για τουλάχιστον τρία από τα ηγετικά μέλη της συνωμοσίας, τους Αρκολέο, Τρουλλινό και Ν. Φιλήμο, είναι βέβαιο ότι ο τρόπος θανάτωσής τους ήταν ο απαγχονισμός. Αυτό προκύπτει, για τους δυο πρώτους, από τη φράση «fuerunt suspensi» (Μανούσακας 1960: σ. 53, 145 στ.6-10 εγ. ΜΔ’), και για τον τρίτο, από τη φράση «qui fuit suspensus» των εγγράφων 1 και 2, και τη φράση «suspensus per gullam» του εγγράφου 3 (Μανούσακας 1964: σ.234, στ.11-12 εγ.1, σ.236, στ.11 εγ.2, σ.232, 238, στ.10 εγ.3). Άρα, είναι πολύ πιθανό και ο τρόπος θανάτωσης του Σήφη Βλαστού να ήταν ο απαγχονισμός.
Χαρακτηριστικοί είναι οι παρακάτω στίχοι από το εμπνευσμένο από το ιστορικό γεγονός της συνωμοσίας του 1453-1454 ποίημα του Σπύρου Τίτου Λίτινα «Ἡ Προδοσά»:
«Στὸ Φουρκοκέφαλο ἀρμαθές
πάει ἡ νοθιὰ καὶ φέρνει
τὰ «σώματα» παληκαριῶ
[…]
Μωρὲ παντέρμο ριζικό!
Δὲν ηὗρες πλειότερο κακό,
πλειά φοβερὸ θανατικό
νὰ δώσης τοῦ ἔρμου τόπου;
-Σήφη Βλαστέ, μάνας παιδί,
καὶ Τρουλλινέ, γενηᾶς κλαδί,
Καλύβα, ἀμάτι μὴ σὲ ἰδῇ –
Λιγαίνει ὁ νοῦς τ’ ἀθρώπου!»
Μετά τις αρχικές εκκαθαρίσεις, με επικήρυξη που εξέδωσαν ο δούκας και ο στρατηγός της Κρήτης, στις 15-9-1454, επικηρύχθηκαν και άλλοι 39 συνωμότες ως διαφυγόντες (29 λαϊκοί, 8 ιερείς και 2 πνευματικοί) και ορίστηκαν διάφορες αμοιβές και προνόμια για τη σύλληψη ή την εξόντωσή τους. Την επικήρυξη ακολούθησαν νέες συλλήψεις, ανακρίσεις και δίκες. Για όσους κρίθηκαν ένοχοι δημεύτηκαν οι περιουσίες τους, ενώ κάποιοι αθωώθηκαν. Αργότερα διαπιστώθηκε ότι έπρεπε να γίνει αναθεώρηση κάποιων δικών, αφού ο ρέκτορας Ρεθύμνου, στη συνέχεια των ανακρίσεων, διαπίστωσε ότι κάποιοι από τους επικηρυχθέντες ήταν στην πραγματικότητα αθώοι, ενώ κάποιοι που είχαν απαλλαγεί ήταν ένοχοι και θα έπρεπε να έχουν επικηρυχθεί. Από την επικήρυξη της 15ης-9-1454 προκύπτει η αυξημένη επικινδυνότητα που απέδιδαν οι Βενετοί στους καταζητούμενους ιερωμένους σε σχέση με τους λαϊκούς, αφού οριζόταν διπλάσια αμοιβή για όποιον παρουσίαζε κάποιον από τους 10 συνολικά που ανήκαν σ’ αυτήν την κατηγορία, είτε ζωντανό είτε νεκρό (το κεφάλι του), σε σχέση με την αμοιβή που θα λάμβανε αν παρουσίαζε κάποιον από τους 29 επικηρυγμένους λαϊκούς.
Στην από 13-11-1454 απόφαση του Συμβουλίου των Δέκα (Μανούσακας 1960: σ.100, στ.71-72 έγ. Η’), για την οποία έχει ήδη γίνει λόγος παραπάνω, αναφέρεται πως «φαίνεται ότι οι παπάδες ήταν η μεγάλη αιτία αυτής της προδοσίας» («videtur papates fuisse magnam causam istius proditionis»). Επιπλέον, σε απόφαση του Συμβουλίου των Δέκα, της 24ης -1-1470 (Μανούσακας 1960: σ.33, 144 περίλ. έγ. ΜΒ’), αναφέρεται ότι η σχεδιαζόμενη εξέγερση του Σήφη Βλαστού «προήλθε εξ ολοκλήρου από τις ψεύτικες συνθήκες και τις ευφυείς μηχανορραφίες των σχισματικών παπών» («tota processit a falsis tractatibus et sagasibus machinationibus papatum schismaticorum»). Με τη φράση «papatum schismaticorum», εκτός από τους απλούς ορθόδοξους κληρικούς της Κρήτης -κατά την ίδια λογική που «παπάτον» (παπάτον < λατιν. papatus) κατά το μεσαίωνα εννοούνταν από τους Βυζαντινούς το αξίωμα του Πάπα- θα μπορούσε να υπονοείται και ο προκαθήμενος του Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Κων/πολης, που όταν καταστάληκε η συνωμοσία ήταν ο ανθενωτικός Γεννάδιος Β’ ο Σχολάριος (από 6-1-1454).
Είναι αλήθεια, ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ορθόδοξων ιερωμένων της Κρήτης δεν μπορούσε να δεχτεί το συμβιβασμό που είχε επιτευχθεί στη Φλωρεντία (1439), κυρίως για τα θέματα της προσθήκης (filioque) που είχαν κάνει οι Λατίνοι στο Σύμβολο της Πίστης και του παπικού πρωτείου, και θεωρούσαν ότι η υπαναχώρηση στα θέματα αυτά αποτελούσε τεράστιο κίνδυνο για την Ορθοδοξία.
Σύμφωνα με τα έγγραφα που εξέδωσε ο Μανούσακας, οι γνωστοί σε μας καταδότες της συνωμοσίας του 1453-1454, καθώς και κάποιοι από όσους βοήθησαν στη σύλληψη των συνωμοτών, ήταν οι παρακάτω (οι Βενετοί ή οι θεωρούμενοι ως βενετικής καταγωγής αναγράφονται με λατινικούς χαρακτήρες):
Καταδότες: Ο Ιωάννης Λίμας και ο Andreas Nigro ήταν οι αρχικοί καταδότες, οι προδότες της συνωμοσίας. Ο Λίμας ήταν ιερέας, που αν και βολιδοσκοπήθηκε να συμμετάσχει στη συνωμοσία, όχι μόνο δεν δέχτηκε αλλά πρόδωσε τις προθέσεις των συνωμοτών. Αργότερα κατέδωσε και τη συνωμοτική κίνηση του 1460-1462. Μετά την προδοσία από τους Λίμα και Nigro, αρκετούς συνωμότες κατέδωσε και ο Γεώργιος Γαβαλάς. Επίσης, οι Andreaς de Graecis και Marinus de Scutari κατέδωσαν τον ιερέα Παύλο Καλύβα, μετά τη δημοσίευση της επικήρυξης από τους Βενετούς.
(Σημ.: Ο Εβραίος της Κρήτης Δαβίδ Μαυρογονάτος, ο οποίος μέχρι την έρευνα του Μανούσακα αναφερόταν ως καταδότης της συνωμοσίας του Σήφη Βλαστού, λόγω εσφαλμένης σχετικής πληροφορίας που περιέχεται στην Ιστορία της Κρήτης του Andrea Cornaro και συνεχίζει, κάποιες φορές, ακόμη και μέχρι σήμερα να αναπαράγεται, διαπιστώθηκε από τον Μανούσακα ότι ήταν καταδότης μόνο της συνωμοτικής κίνησης του 1460-1462.)
Αρωγοί στη σύλληψη των συνωμοτών:
Ανδρέας Καλλέργης (παρέδωσε τον Σήφη Βλαστό), Zane ή Τζάνες (συνεργός στη σύλληψη του Σήφη Βλαστού), Ιωάννης Καβαλλαρίκης, ο επονομαζόμενος και Κούκλης (αμνηστεύθηκε το 1455 ως συνεργός στη σύλληψη του Σήφη Βλαστού), Ιωάννης Καλλέργης, αδελφός του Ανδρέα (εξόρμησε έφιππος από το Ρέθυμνο και αφού συνέλαβε τους Αρκολέο και Τρουλλινό τους παρέδωσε στον ρέκτορα Ρεθύμνου), Joannes de Molino (συνέλαβε έναν από τους κυριότερους συνωμότες, τον Γεώργιο Καλλέργη, και τον παρέδωσε στον ρέκτορα Χανίων), Zacharia Trevisan (βοήθησε στη σύλληψη του Νικολάου και του Γεώργιου Φιλήμου), Petrus de Avonal, Andreas Barozzi, Leonardus Cornario.
Στις 20-9-1454 (Μανούσακας 1964: σ.238 εγ. 3) η Αυθεντία της Κρήτης, λόγω της συμβολής του Zacharia Trevisan στη σύλληψη του Νικολάου Φιλήμου, έκανε δεκτή την διαβιβασθείσα από τον ρέκτορα Ρεθύμνου αίτηση του Trevisan, για κατάργηση της ποινικής δίωξης που είχε ασκηθεί κατά του ευγενή Georgius Bono για ανθρωποκτονία. Στις 13-11-1454, το Συμβούλιο των Δέκα απένειμε αμοιβές στον Ιωάννη Λίμα και στον Andrea Nigro και έλαβε μέτρα που είχαν σχέση με την κατασταλείσα συνωμοσία και τα ζητήματα που είχαν προκύψει εξ αιτίας της (Μανούσακας 1960: σ.97-104 εγ. Η’). Έτσι, η τάξη αποκαταστάθηκε και εξαλείφθηκε κάθε σοβαρός κίνδυνος για τους Βενετούς. Επειδή οι ιερείς αποδείχθηκαν οι πρωταίτιοι της συνωμοσίας, την ίδια ημερομηνία (13-11-1454), απαγορεύθηκε για μια πενταετία η χειροτονία νέων ορθόδοξων ιερέων, ώστε με αυτόν τον τρόπο να μειωθεί ο αριθμός τους. Αργότερα, το Συμβούλιο των Δέκα, με την από 11-6-1455 απόφασή του (Μανούσακας 1960: έγ. ΙΔ’) απένειμε αξιώματα και παροχές και σε τρεις Ρεθεμνιώτες Βενετούς φεουδάρχες, τους Petrus de Avonal, Andreas Barozzi, Leonardus Cornario, για όσα έπραξαν υπέρ της Βενετίας κατά τη συνωμοσία. Επίσης, μερικά χρόνια αργότερα, με την από 23-7-1461 απόφαση του (Μανούσακας 1960: έγ. ΚΒ’) το Συμβούλιο παρείχε στον Joannes de Molino το δικαίωμα απαλλαγής από την εξορία τριών ατόμων, αντί χρηματικής αμοιβής. Από την ίδια απόφαση προκύπτει ότι το ίδιο προνόμιο είχε χορηγηθεί παλαιότερα και στον Zacharia Trevisan.
Edit media
Πατσός Αμαρίου: Ο ναός της Γέννησης της Θεοτόκου στον οποίο πιθανολογείται ότι τάφηκε ο Ιωάννης Λίμας το 1490.
Πατσός Αμαρίου: ο ναός της Γέννησης της Θεοτόκου στον οποίο πιθανολογείται ότι τάφηκε ο Ιωάννης Λίμας το 1490
Είναι δεδομένο ότι μια από τις κρίσιμες παραμέτρους για την επιτυχή έκβαση κάθε συνωμοτικής κίνησης είναι ο σωστός καθορισμός της χρονικής περιόδου και συχνά της ακριβούς ημερομηνίας εκδήλωσής της. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι δύσκολο να θεωρήσουμε ότι όταν εξουδετερώθηκε η συνωμοσία του Σήφη Βλαστού και των συντρόφων του απέμενε ακόμη πολύς χρόνος για την εκδήλωσή της, αφού, όπως προαναφέρθηκε, η συνωμοσία προετοιμαζόταν ήδη τουλάχιστον 15 μήνες πριν από την προδοσία και καταστολή της. Όταν ξεκίνησε η καταστολή της συνωμοσίας πλησίαζε η 8η Σεπτεμβρίου, εορτή της Γέννησης της Παναγίας που θα μπορούσε να αποτελεί την ενδεδειγμένη ημερομηνία εκδήλωσης της συνωμοτικής κίνησης, κατά την ίδια λογική που η 25η Μαρτίου 1821, ημέρα του Ευαγγελισμού της Παναγίας, θεωρήθηκε και θεωρείται ως η ημερομηνία έναρξης της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης κατά των Τούρκων. Άλλωστε, ένας από τους ηγέτες της συνωμοσίας, ο Λεοντάκιος Τρουλλινός, πίστευε ο Μανούσακας πως ήταν ο ίδιος που το 1417 είχε ανακαινίσει τον ναό της Παναγίας της Ζωοδόχου Πηγής, στο Ντιμπλοχώρι Αγίου Βασιλείου.
Όμως, μεταξύ της πιθανολογούμενης ημερομηνίας (25/8) έναρξης των στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά της συνωμοσίας και της 1ης-10-1454 που ο Σήφης Βλαστός αναφέρεται ήδη νεκρός μεσολαβεί και μια ακόμη μεγάλη εορτή της Ορθοδοξίας, η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού (14/9), εορτή πολύ σημαντική και στην Κρήτη, όπως αποδεικνύεται και από την ύπαρξη σήμερα ναού του Τιμίου Σταυρού στον Ψηλορείτη, που δεν ξέρουμε πότε χτίστηκε αρχικά, αλλά και την ύπαρξη ήδη από την εποχή του Σήφη Βλαστού ναών και μοναστηριών αφιερωμένων στον Τίμιο Σταυρό σε άλλα βουνά, λόφους και φαράγγια της Κρήτης, δηλαδή σε μέρη που αποτελούσαν συνήθως κρησφύγετα των κατά καιρούς επαναστατών (Κουλούκωνας Ρεθύμνου, Μουρί Σφακίων, Στρούμπουλας Ηρακλείου, Καστελάνα Ιεράπετρας κλπ). Ίσως, λοιπόν, μπορούμε να προκρίνουμε τη 14η Σεπτεμβρίου 1454 ως την επικρατέστερη ημερομηνία, κατά την οποία η συνωμοσία επρόκειτο να εκδηλωθεί και να μετατραπεί σε εξέγερση, αν δεν είχε εν τω μεταξύ προδοθεί -όπως έγινε τελικά- με τραγική συνέπεια το ευγενές όραμα του Σήφη Βλαστού και των συντρόφων του να μετατραπεί σε εφιάλτη. Είναι αξιοσημείωτο πως ο λόφος «Φουρκοκέφαλο» του Ρεθύμνου, όπου κατά την Βενενετοκρατία απαγχονίζονταν οι επαναστάτες (φούρκα = είδος κρεμάλας, με το ξύλινο τμήμα της σε σχήμα σταυρού ή Τ ή διχάλας στο πάνω μέρος < λατιν. furca = διχάλα, πιρούνι), ονομάζεται σήμερα λόφος του Τιμίου Σταυρού, όπου χτίστηκε η ομώνυμη εκκλησία, το 1949. Ο Σήφης Βλαστός και οι σύντροφοί του, ιδίως οι ιερωμένοι, μετά και τον γενναίο θάνατο του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου, δεν είναι απίθανο να έφεραν στο μυαλό τους έναν άλλον αυτοκράτορα και άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τον Μέγα Κωνσταντίνο, και το δικό του όραμα με το σταυρό και τη φράση «Ἐν Τούτῳ Νίκα», που είδε να σχηματίζεται στον ουρανό βαδίζοντας με το στρατό του κατά του Μαξεντίου, το 312, και πίστεψε ακράδαντα ότι ο Σταυρός τον βοήθησε να νικήσει στη μάχη αυτή. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο οικόσημο των Βλαστών που υπάρχει στη Μονή του Προφήτη Ηλία, στα Ρούστικα Ρεθύμνου, και χρονολογείται στον 17ο αιώνα, απεικονίζεται ο Σταυρός, αλλά και ο δικέφαλος αετός. Η ημέρα λοιπόν που εορτάζεται η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού θα ήταν για τους συνωμότες ίσως η πλέον κατάλληλη για εξέγερση, με το σκεπτικό ότι με τη βοήθεια του ιερότερου συμβόλου της Χριστιανοσύνης θα έφταναν στη νίκη απέναντι στους Βενετούς. Άλλωστε, στην Κρήτη υπάρχουν και σχετικοί θρύλοι, που φαίνεται να είναι πολύ παλιοί, όπως αυτός που διέσωσε ένας άλλος Βλαστός, ο Παύλος, στους στίχους του για το φωτεινό σημείο του Σταυρού που διασχίζει τον κρητικό ουρανό την παραμονή της 14ης Σεπτεμβρίου και «ὅ,τι ζητήσεις, δίδει σου...». Ο Σήφης Βλαστός και οι σύντροφοί του, ανήμερα της μεγάλης αυτής εορτής, που στις εκκλησίες ψάλλεται το απολυτίκιο «Σῶσον, Κύριε τὸν λαόν Σου...» -μα ίσως και από την παραμονή- θα ζητούσαν τη βοήθεια του Τιμίου Σταυρού για την απελευθέρωση της πατρίδας τους από τους Βενετούς.
Η συνωμοσία του Σήφη Βλαστού και των συντρόφων του τελικά απέτυχε και το όραμά τους διαλύθηκε, αφού η παράτολμη απόπειρά τους ήταν σίγουρα καταδικασμένη, μετά από τη θλιβερή προδοσία. Την ίδια κατάληξη είχε και η συνωμοτική κίνηση του 1460-1462, που ήταν απόπειρα αναβίωσης της συνωμοσίας του 1453-1454. Στους αιώνες που ακολούθησαν, ενόψει και του αυξανόμενου τουρκικού κινδύνου, η Βενετία χαλάρωσε την πίεσή της απέναντι στον ελληνορθόδοξο πληθυσμό της Κρήτης, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι επαναστάσεις στο νησί -με εξαίρεση την επανάσταση του Γεωργίου Καντανολέου το 1527- και να προκύψει μια δημιουργική κοινωνική ώσμωση που οδήγησε στην άνθιση των γραμμάτων και των τεχνών, τη λεγόμενη «Κρητική Αναγέννηση». Το 1669 η Κρήτη έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Για τα επόμενα 229 χρόνια, κάθε παραμονή της εορτής Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, σκλαβωμένοι Κρητικοί, όπως ο Παύλος Βλαστός, περίμεναν με ανυπομονησία τη στιγμή που ο φωτεινός Σταυρός θα διέσχιζε τον ουρανό, για να ζητήσουν από αυτόν την απελευθέρωση της αγαπημένης τους πατρίδας…
Edit media
Ξύλινος σταυρός έξω από τον ναό του Τιμίου Σταυρού στην ομώνυμη κορφή του Ψηλορείτη - Το σύμβολο του Χριστιανισμού ήταν συνυφασμένο με τη συνωμοσία του Σήφη Βλαστού στην οποία κομβικό ρόλο είχαν και ιερείς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
1. Σπύρος Τίτου Λίτινας, «Κρητικές Ρίμες», Αθήνα 1977, σ.21-22, όπου περιέχεται το παραπάνω απόσπασμα του ποιήματος «Ἡ Προδοσά».
2. Μανούσος Ι. Μανούσακας, «Η ΕΝ ΚΡΗΤΗ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΟΥ ΣΗΦΗ ΒΛΑΣΤΟΥ (1453-1454) ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΣΥΝΩΜΟΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΙΣ ΤΟΥ 1460-1462», Αθήνα 1960.
3. Μανούσος Ι. Μανούσακας, «Νέα ἔγγραφα (1454) περὶ τῆς ἐν Κρήτῃ συνωμοσίας του Σήφη Βλαστοῦ», Ε.Ε.Β.Σ., τόμ. 33, σ.227-239, Αθήνα 1964.
4.Ζαχαρίας Ν. Τσιρπανλής, «ΤΟ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟΥ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΙΛΕΝΩΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΟΎΜΕΝΗΣ ΚΡΗΤΗΣ (1439-17ος αἰ.), Α.Π.Θ.-Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής, παράρτ. αρ.12, Θεσσαλονίκη 1967.
5.Βασίλης Γ. Χαρωνίτης, «Ο Παύλος Βλαστός και η Κρήτη», Έκδοση Δήμου Χανίων «Ελλωτία», Χανιά 1997, τόμ.6, σ.381-396, όπου περιέχεται και το απόσπασμα του ποιήματός -του 1894- που αναφέρεται παραπάνω.
6.Βασίλης Γ. Χαρωνίτης, «Τέσσερις θρύλοι για τον Τίμιο Σταυρό και την Κρήτη», Εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα», 14-9-2016, https://www.haniotika-nea.gr/tesseris-thrili-gia-ton-timio-stavro-ke-tin-kriti/
7.Γιάννης Χρηστάκης - Γεώργιος Πατεράκης, «Η Κρήτη και η ιστορία της», Εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ, Αθήνα 1995.
8. http://users.uoa.gr/~nektar/history/2romanity/fall_of_constantinople_cretan_fighters.htm
«Κρητικοὶ οἱ τελευταῖοι μαχητὲς στὴν ὑπεράσπιση τῆς Πόλεως τὸ 1453».
9. https://sadentrepese.blogspot.com/2014/02/blog-post_8168.html
«Ο τάφος του προδότη…», ανάρτηση 19-2-2014, αναφερόμενη ως αναδημοσίευση από κείμενο της προσωπικής ιστοσελίδας του αρχαιολόγου Μιχάλη Ανδριανάκη(18-2-2014).