Και προφανώς για τις πεδινές περιοχές δεν ετίθετο θέμα πριν αυτό το νόμο, ούτε και τέθηκε ποτέ μετά. Αλλά απομακρυσμένες περιοχές όπως τα Ζωνιανά ή τα Λιβάδια, και γενικότερα του άνω Μυλοποτάμου, όπως και του ορεινού Αμαρίου με τον Φουρφουρά ή τον Πλάτανο όπου λειτουργούν σχολεία, βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση.
Αυτό προκάλεσε σοβαρές δυσχέρειες στην λειτουργία των ορεινών σχολικών μονάδων. Η οικονομική κρίση ήταν ακόμα μια πραγματικότητα και στα χρόνια που ακολούθησαν η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη με την πανδημία του covid 19, την ακρίβεια και τις τρέχουσες οικονομικές δυσπραγίες. Οι εκπαιδευτικοί με τους πενιχρούς μισθούς που λαμβάνουν, προφανώς δεν επέλεγαν για κανένα λόγο τα ορεινά και απομακρυσμένα σχολεία. Και ήταν λογικό, καθώς, όχι μόνο οικονομικά τους ήταν πάρα πολύ δύσκολο να επιβιώσουν κάνοντας τόσο μεγάλες διαδρομές με τα καύσιμα και την ακρίβεια στα ύψη που γνωρίζουμε αλλά δεν ελάμβαναν έστω κάποια επιπλέον μόρια ώστε να είναι για αυτούς ωφέλιμο να περάσουν από θέσεις δυσπρόσιτων σχολικών μονάδων.
Η κατάσταση που διαμορφώθηκε ήταν πραγματικά δύσκολη για τις σχολικές μονάδες των ορεινών περιοχών πλην αυτών των Ανωγείων. Οι εκπαιδευτικοί και των δύο βαθμίδων δεν δήλωναν τα ορεινά σχολεία για να υπηρετήσουν. Κάθε χρόνο – ειδικά στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση – Γυμνάσια και Λύκεια που λειτουργούν στην Κράνα, το Γαράζο, στον Φουρφουρά και στην Αγία Φωτεινή συμπλήρωναν με μεγάλη δυσκολία τον απαιτούμενο αριθμό εκπαιδευτικών και αυτό πολλές φορές λίγο πριν τα Χριστούγεννα! Αντίστοιχες δυσκολίες στο να βρεθούν δάσκαλοι και νηπιαγωγοί αντιμετώπιζε και η πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Εκείνη την εποχή ήμουν Πρόεδρος των Σχολικών Επιτροπών του Δήμου Μυλοποτάμου και το 2019 έγινα Πρόεδρος και της Δημοτικής Επιτροπής Παιδείας του ίδιου δήμου. Με την ψήφιση του νόμου διαμαρτυρηθήκαμε έντονα και αμέσως. Ξεκινήσαμε μια μεγάλη εκστρατεία ανάδειξης του προβλήματος. Οι Διευθυντές των σχολείων της περιοχής, τα μέλη των επιτροπών και βεβαίως οι Διευθύνσεις εκπαίδευσης, η ΕΛΜΕΡ και ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, συνεργαστήκαμε και θέσαμε αμέσως το αίτημα χαρακτηρισμού ως δυσπρόσιτων όλων των σχολείων που λειτουργούν στην Δ.Ε. Ζωνιανών, στην Δ.Ε. Κουλούκωνα και στην Κοινότητα Αγίου Μάμα της Δ.Ε. Γεροποτάμου. Και αντίστοιχα αιτήματα είχαν και από τον Δήμο Αμαρίου για τις δικές τους ορεινές περιοχές.
Επειδή γνωρίζω πολύ καλά τι έγινε στον Μυλοπόταμο για αυτό το θέμα, να τονίσουμε ότι το αίτημα αυτό είχε ομόφωνες αποφάσεις από τα σχολικά συμβούλια, τις Σχολικές Επιτροπές, την Επιτροπή Παιδείας και το Δ.Σ. Μυλοποτάμου καθώς και από τα ΔΣ των συνδικαλιστικών φορέων των εκπαιδευτικών. Αντιστοίχως είχαν και οι προτάσεις των Διευθυντών Εκπαίδευσης προς το αρμόδιο υπουργείο. Το εισηγούνταν επίσημα και σε κάθε τόνο. Ήταν χρόνιος ο αγώνας και στηρίχθηκε από τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του Ρεθύμνου αλλά και από την Αντιπεριφερειάρχη Ρεθύμνου. Και δεν αμφισβητώ τις προθέσεις της νυν δημοτικής Αρχής του Μυλοποτάμου – το στήριξε σθεναρά το αίτημα και μπράβο της – αλλά δεν ήταν σημερινός αυτός ο αγώνας και προφανώς δεν ήταν του ενός ανδρός Αρχή που ήρθε και «έλυσε άλυτα προβλήματα χρόνων», όπως διαβάσαμε σε μια ανακοίνωση, καθόλου σεμνή και καθόλου δίκαιη για το σύνολο των ανθρώπων που στήριξαν αυτή την υπόθεση όλα αυτά τα χρόνια. Όλη η κοινωνία, η εκπαιδευτική κοινότητα και οι θεσμικοί εκπρόσωποι έδωσαν το παρόν για να αρθεί αυτή η αδικία και αξίζουν συγχαρητήρια που μετά από τόσα χρόνια βρέθηκε ένας υπουργός, ο Κυριάκος Πιερακάκης, που το αντιλήφθηκε και το ικανοποίησε. Αυτά για να ξέρουμε τι έγινε και τι λέμε στον κόσμο.
Βεβαίως παραμένει σε εκκρεμότητα το αντίστοιχο αίτημα για το Αμάρι. Και εκεί υπάρχει το ίδιο ζήτημα. Θα ήταν μεγαλύτερη η επιτυχία αν η επίσημη απόφαση που θα εκδοθεί, θα περιλαμβάνει και τα σχολεία του ορεινού Αμαρίου. Δεν πρέπει να σβήσει η ύπαιθρός. Και ανάμεσα σε όλες τις ανάγκες που έχει το ορεινό Ρέθυμνο, η κύρια και η βασική είναι να έχει καλά και σωστά στελεχωμένα σχολεία.