ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Η πανδημία ως ευκαιρία οπισθοδρόμησης στην Παιδεία

0

Σοβαρές αντιδράσεις έχει προκαλέσει στην ελληνική κοινωνία το νομοσχέδιο του Υ.ΠΑΙ.Θ. που κατατέθηκε αυτή τη βδομάδα προς ψήφιση στη Βουλή. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας διατυπώνουν σοβαρές αντιρρήσεις εκτός από τους «σχολάρχες» και τους ιδιοκτήτες φροντιστηρίων. Είναι ενδεικτικό, επίσης, ότι δεν προσκλήθηκαν κατά τη συζήτηση στη Βουλή φορείς που τους αφορά άμεσα το νομοσχέδιο, όπως η Πανελλήνια Ένωση Εκπαιδευτικών Κοινωνικών Επιστημών, η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων και Ενώσεις γονέων. Σταχυολογούμε κάποια σημεία του νομοσχεδίου που δείχνουν την κατεύθυνση της εκπαιδευτικής πολιτικής του Υπουργείου:

  1. Το νομοσχέδιο, επιχειρεί να εισάγει διακριτά γνωστικά αντικείμενα στα Νηπιαγωγεία: Αγγλικής, Φυσικής αγωγής και Πληροφορικής. Σύμφωνα, όμως, με το ΔΕΠΠΣ (Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών) στο Νηπιαγωγείο πρέπει να προάγεται η έννοια της διαθεματικότητας και της ολιστικής αντίληψης της γνώσης. Με τον πρώιμο κατακερματισμό των γλωσσικών αντικειμένων το Υπουργείο παραβλέπει την ευρωπαϊκή εμπειρία, αφού σύμφωνα με την απεικόνιση του δικτύου «Ευρυδίκη» η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών συστημάτων εισάγει την εκμάθηση της πρώτης ξένης γλώσσας στην ηλικία των 6 με 7 ετών (με την εισαγωγή στο Δημοτικό Σχολείο) και σε πολλές χώρες ακόμα αργότερα δηλαδή μεταξύ 8 και 9 ετών. Μόνο στην Πολωνία, στην Κύπρο και στη φλαμανδική κοινότητα του Βελγίου διδάσκεται ξένη γλώσσα στα νηπιαγωγεία. Τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι το Νηπιαγωγείο πρέπει πρωτίστως να προσφέρει ως φορέας κοινωνικοποίησης και η διδασκαλία ξένης γλώσσας στην τρυφερή ηλικία των 4 και 5 ετών μπορεί να προκαλέσει συνθήκες γλωσσικής σύγχυσης.
  2. Είναι γνωστό ότι οι αναπληρωτές τις τελευταίες δεκαετίες έχουν επωμιστεί τη λειτουργία των δημόσιων σχολείων περιπλανώμενοι ανά την επικράτεια με την αγωνία της εύρεσης κατοικίας, της προσαρμογής κάθε χρόνο σε νέο κοινωνικό περιβάλλον κ.α. Όμως, είναι κοινώς παραδεκτό ότι τα παιδιά χρειάζονται σταθερά πρόσωπα αναφοράς στο Δημόσιο Σχολείο και η παιδαγωγική σχέση εκπαιδευτικού-μαθητή με θεμέλιο την εμπιστοσύνη και την κατανόηση χρειάζεται σταθερότητα και διάρκεια. Αντί, λοιπόν, η Κυβέρνηση να προβεί σε ευρύ πρόγραμμα μόνιμων διορισμών και, παράλληλα, να λάβει ουσιαστικά μέτρα στήριξης των αναπληρωτών περιέλαβε μια διάταξη επιεικώς ακατανόητη: τιμωρεί με διετή ή τριετή αποκλεισμό από τους πίνακες τον αναπληρωτή που θα αρνηθεί να αναλάβει υπηρεσία. Τους τιμωρεί, δηλαδή, για την ανικανότητα του ίδιου του κράτους να προσφέρει ουσιαστικά κίνητρα, ώστε οι εκπαιδευτικοί να αναλαμβάνουν υπηρεσία και να μην την αρνούνται... Είναι ηλίου φαεινότερο ότι η απόφαση για μη ανάληψη υπηρεσίας, αυτή τη χρονική περίοδο, δεν αποτελεί εύκολη επιλογή ή καπρίτσιο του καθενός αλλά οφείλεται συνήθως σε αντικειμενικές οικογενειακές και οικονομικές δυσχέρειες.  
  3. Η επαναφορά της διαγωγής στους μαθητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποκαλύπτει τη βαθιά συντηρητική αντίληψη των αυτό-αποκαλούμενων και ως «νέο-φιλελεύθερων» της Κυβέρνησης. Είναι φανερό ότι, παρά τις λαμπρές τους σπουδές και την προσήλωση στην «αριστεία», πολλά κυβερνητικά στελέχη παραμένουν βαθιά ιδεοληπτικά και δογματικά. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι επείγονται να ξεθεμελιώσουν συγκεκριμένα μέτρα της προηγούμενης κυβέρνησης. Ελπίζουμε το επόμενο εκσυγχρονιστικό μέτρο για την εκπαίδευση να μην είναι η επαναφορά του νόμου 4000/1958… Πιστεύει κανείς εχέφρων άνθρωπος ότι η επαναφορά της διαγωγής θα περιορίσει το bullying; Δεν είναι υπερβολικό και άδικο να στιγματίζεται ο μαθητής από τόσο μικρή ηλικία; Το δεύτερο ερώτημα δεν το θέτουμε εμείς αλλά βουλευτής της ΝΔ κατά τη συζήτηση στη Βουλή… Αλλά και η ίδια η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής προβληματίζεται για το αν η αναγραφόμενη διαγωγή «αποκαλύπτει στο διηνεκές στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε δυσμενή αξιολόγηση, στιγματισμό ή ακόμη και δυσμενή διακριτική μεταχείριση, ιδίως σε διαδικασίες πρόσληψης».
  4. Στο νομοσχέδιο προβλέπεται επαναφορά της τράπεζας θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας για το Λύκειο και κλήρωση του 50% των θεμάτων στις τελικές εξετάσεις από αυτήν. Είναι αλήθεια ότι διάφορες επιστημονικές ενώσεις διαθέτουν Τράπεζες θεμάτων που πολλοί εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν προσεκτικά και με σκοπό την εμβάθυνση. Θα ήταν ωφέλιμη, λοιπόν, η δημιουργία αποθετηρίου εκπαιδευτικού υλικού το οποίο να στοχεύει στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών, όπως πρόσφατα προτείνεται σε κείμενο της ΕΛΜΕΡ. Το Υπουργείο Παιδείας, όμως, δημιουργεί Τράπεζα Θεμάτων άμεσα συνδεδεμένη με τις εξετάσεις. Όπως δείχνει η προηγούμενη εμπειρία από τη στιγμή που αυτή θα εφαρμοστεί, είναι αναπόφευκτο οι μαθητές του Λυκείου να απαιτήσουν να διδαχθούν το μεγαλύτερο μέρος της, ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι για τις εξετάσεις. Εφόσον ο βαθμός όλων των τάξεων θα συμβάλλει στην εισαγωγή στα ΑΕΙ, πιθανότατα θα έχει ως αποτέλεσμα πολλοί καθηγητές να επεκτείνουν τη φροντιστηριακή λογική στη διδασκαλία τους, όπως συμβαίνει ήδη με τη διδασκαλία στη Γ΄ Λυκείου. Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο η ύλη να καλυφθεί μέσα από τις ασκήσεις της Τράπεζας, χωρίς να γίνεται εμβάθυνση και κατανόηση στη θεωρία. Αυτό που επιδιώκει το Υπουργείο είναι η ποσοτική κάλυψη της ύλης αδιαφορώντας για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της διδασκαλίας. Βέβαια, για τη μη κάλυψη της ύλης σε πολλά σχολεία δεν είναι υπεύθυνοι οι εκπαιδευτικοί… Συγκεκριμένα μέχρι τις αρχές Μαρτίου είχαν χαθεί λόγω αδιοριστίας περίπου δύο εκατομμύρια (1.960.000) διδακτικές ώρες.

Συγχρόνως αναιρείται ένας βασικός και διακηρυγμένος στόχος των εκπαιδευτικών συστημάτων, η άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Μαθητές από κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές αξιολογούνται σε ίδια θέματα με μαθητές μεγαλοαστικών περιοχών. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, ένα μαθητή του σχολείου της Κράνας στο οποίο για πολλούς μήνες δεν έχουν εκπαιδευτικούς, να εξετάζεται σε ίδια θέματα με τους μαθητές της πόλης.

Παράλληλα, η περιορισμένη συμμετοχή του εκπαιδευτικού της τάξης στην αξιολόγηση των μαθητών του αν και είναι ο μόνος που γνωρίζει τις ανάγκες και τις δυνατότητες τους, υπονομεύει τον ρόλο του. Τον καθιστά διεκπεραιωτή που υλοποιεί στη διδασκαλία του «έτοιμες συνταγές» οι οποίες δεν είναι σχεδιασμένες σε αντιστοιχία με την εκπαιδευτική διαδικασία. Εν τέλει, με την εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων και τη σύνδεσή της με τις προαγωγικές εξετάσεις μεγάλο μέρος των μαθητών από κοινωνικά ευάλωτες ομάδες θα βρεθούν εκτός τυπικής εκπαίδευσης και θα στραφούν στις σχολές κατάρτισης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι με την προηγούμενη εφαρμογή της, η μαθητική διαρροή εκτινάχθηκε από το 4% στο 23%.

  1. Αυξάνονται τα εξεταζόμενα μαθήματα στο Γυμνάσιο ενώ στις τάξεις του Λυκείου θα έχουμε «μίνι» πανελλαδικές κάθε χρόνο. Συνεπώς, σε μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικής στενότητας για τους πολίτες, περισσότεροι μαθητές θα προστρέξουν στα φροντιστήρια. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εκπρόσωποι των φροντιστών επικροτούν την τράπεζα θεμάτων και την αύξηση των εξετάσεων επειδή γνωρίζουν ότι θα αυξηθεί η πελατεία τους. Μόνο με την τράπεζα θεμάτων το 2013-2014 αυξήθηκε ο αριθμός των μαθητών της Α΄ Λυκείου στα φροντιστήρια κατά 15%. Φυσικά, για την απόσπαση συναίνεσης από την κοινωνία τα μέτρα επενδύονται με μεγαλόστομες διακηρύξεις: αξιοπιστία στην αξιολόγηση των μαθητών, προαγωγή της αριστείας κ.λπ.
  2. Προβλέπεται η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα στο Δημοτικό και στο Νηπιαγωγείο. Είναι η πρώτη φορά τα τελευταία 30 χρόνια που Υπουργός παιδείας, αντί να εισηγηθεί την περαιτέρω μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, προτείνει την αύξηση! Αξίζει να σημειωθεί, πως παιδαγωγικές έρευνες προτείνουν αριθμό μαθητών ανά τμήμα τους 15 για το νηπιαγωγείο, την Α' και Β' τάξη του Δημοτικού και 20 για τις υπόλοιπες τάξεις Γ,' Δ', Ε, ΣΤ’. Η σύνθεση του ελληνικού σχολείου σήμερα, απαρτίζεται από μαθητές με διαφορετικές γλωσσικές, μαθησιακές, πολιτισμικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες (π.χ. μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, αλλοδαποί μαθητές, προσφυγόπουλα) και ο εκπαιδευτικός καλείται να αφιερώνει περισσότερο χρόνο ανά μαθητή σε σύγκριση με το παρελθόν. Γίνεται λοιπόν σαφές, πως θα επηρεαστεί καθοριστικά η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, ενώ πέραν της απώλειας χιλιάδων θέσεων εργασίας υπάρχει και ο προφανής κίνδυνος επιβάρυνσης της δημόσιας υγείας

Επί του πιεστηρίου μαθαίνουμε την πρόσληψη 1040 εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής αντί για 4500 όπως είχε προβλεφθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και είχε δεσμευτεί προεκλογικά να υλοποιήσει ο κ. Μητσοτάκης. Είναι άραγε αυτή η πρώτη προσπάθεια εξαπάτησης των πολιτών; Θυμίζουμε χαρακτηριστικά: Στις αρχές του 2020 η κ. Κεραμέως έφερε διάταξη για την εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ιδιωτικών κολεγίων με τους αποφοίτους των δημόσιων πανεπιστημίων, που παραβιάζει το άρθρο 16 του Συντάγματος. Όλη η επιχειρηματολογία της στηρίχτηκε σε μια ευρωπαϊκή οδηγία την οποία δεν παρουσίασε ποτέ ούτε στη Βουλή ούτε και στις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες.

Το δεύτερο ψέμα σχετίζεται με την διαβόητη τροπολογία, για «τις κάμερες στις τάξεις», που πέρασε κουτοπόνηρα σε άσχετο νομοσχέδιο η Υπουργός χωρίς την παραμικρή θεσμική διαβούλευση. Βασικό επιχείρημα υπεράσπισης της τροπολογίας ήταν ότι έχει υπάρξει έγκριση για την εφαρμογή της από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και ενώ παρόμοιες διαβεβαιώσεις υπήρξαν και από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Σύντομα η αλήθεια αποκαλύφθηκε: καμία έγγραφη έγκριση δεν είχε δοθεί στο Υ.ΠΑΙ.Θ. από την ανεξάρτητη Αρχή, παρά μόνο κατεύθυνση να γίνει μελέτη εκτίμησης αντίκτυπου και αυτή να αποτελέσει προϋπόθεση για την έκδοση ανάλογης Υ.Α. Λίγες μέρες αργότερα, ύστερα από αναφορά της ΟΙΕΛΕ, η ίδια Αρχή ζήτησε εξηγήσεις από το Υπουργείο Παιδείας για πράξεις και παραλείψεις του που πλήττουν τα προσωπικά δεδομένα χιλιάδων εκπαιδευτικών και μαθητών. Πως μπορεί λοιπόν να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης και διαλόγου ανάμεσα στους φορείς της εκπαίδευσης (γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς) και την κ. Υπουργό όταν η αξιοπιστία και το κύρος της έχουν τρωθεί ανεπανόρθωτα;

Είναι αυταπόδεικτο, νομίζω, ότι οι εκπαιδευτικοί τον τελευταίο καιρό αγωνίζονται για την απόσυρση του νομοσχεδίου όχι επειδή είναι εγγενώς αρνητικοί στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης ούτε γιατί στοχεύουν στο ατομικό τους συμφέρον. Το νομοσχέδιο Κεραμέως αποτελεί μια αδέξια (και όμως δεξιότατη…) συρραφή από μέτρα αναχρονιστικά, ταξικά και αντιπαιδαγωγικά. Με την κατάθεσή του αποκαλύφθηκαν οι προθέσεις της Κυβέρνησης να αξιοποιηθεί η πρωτόγνωρη κατάσταση της πανδημίας, για να καταπατηθεί κάθε κεκτημένο δικαίωμα στην δημόσια δωρεάν Παιδεία και να συρρικνωθεί ο δημόσιος χαρακτήρας της.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ