Ο ηλικιωμένος κύριος Κώστας Τ. 92 ετών σήμερα, που ζει μόνος του και κατοικεί σε προάστιο της πόλης μας πριν από αρκετά χρόνια και που δεν μπορεί να βγει βόλτα, ούτε και στην εκκλησία να πάει που είναι κοντά του αλλά έχει την τηλεόρασή του παρέα για όλα.
Την Κυριακή 3-7-22 παρακολούθησε την Θεία λειτουργία και μετά πήρε το πρωινό του. Μετά για να περάσει η ώρα του και μέχρι να του φέρει το φαγητό η κόρη του έψαχνε τα κανάλια για να βρει κάτι να του αρέσει συνήθως από τα παλιά. Μόλις έφτασε στο κανάλι του ΑΛΦΑ σταμάτησε γιατί διάβασε: Σάββατο-Κυριακή με τον Μάνεση και στη συνέχεια: ο μερακλής ο επιπλοποιός της Λάρισας ότι το πρωί φτιάχνει έπιπλα και το απόγευμα σκαλίζει τον κήπο του. Αμέσως σταμάτησε γιατί τα λόγια αυτά του γύρισαν πίσω στη σκέψη και στην εποχή που είχε ζήσει και θυμήθηκε συγχρόνως πολλά από αυτά που του έφεραν στεναχώριες και χαρές συγκρινόμενα με την εποχή που ζει τώρα.
Περισσότερο τον ενθουσίασε ο χαρακτηρισμός που είχε δώσει στον Λαρισαίο οικογενειάρχη ο μερακλής. Αυτή η λέξη σκέφτηκε ότι τα παλιά χρόνια ήτανε στολίδι για έναν καλό νοικοκύρη στο χωριό ή στην πόλη που κατοικούσε και εργαζότανε για να ζήσει την οικογένειά του και να έχει πρόοδο που ήτανε η επιθυμία του. Επίσης ότι ο μερακλής φαινότανε από μακριά γιατί διακρινότανε από το χαρούμενο και γελαστό πρόσωπό του και πολλοί τον ζηλεύανε.
Μετά από λίγες μέρες που έτυχε να περάσουμε έξω από το σπίτι του κυρίου Κώστα και λόγο της συγγένειας μας σταματήσαμε να του μιλήσουμε αν είναι καλά και αν θέλει κάποια βοήθεια όπως συνηθίζεται από τους συγγενείς να προσφέρουν. Χαρούμενος μας χαιρέτησε και μας παρακάλεσε να μείνουμε λίγο κοντά του για να μας ενημερώσει για κάποιο χαρούμενο γεγονός που το είδε την Κυριακή από την τηλεόραση και αμέσως μας το είπε γιατί ήτανε σίγουρος ότι εμείς δεν είδαμε αυτή την εκπομπή αφού πρώτα μας είπε την μαντινάδα:
Ο μερακλής ο άνθρωπος – φαίνεται από την μούρη «πρόσωπο»
όπου περπατεί χαμογελά – και τον ζηλεύουν ούλοι.
Αμέσως μετά χαρούμενος είπε ότι: χαίρομαι που σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν να ζούνε και με τις δυο εποχές. Σίγουρα ο κύριος της Λάρισας δεν ξέχασε πως είχανε ζήσει οι γονείς του στην κατοχή. Γι’ αυτό όταν έμαθε ο γιός τους την τέχνη του επιπλοποιού θα τον είχανε συμβουλεύσει να μην εγκαταλείψει ποτέ να ασχολείται με τα κηπευτικά στο χωράφι του και την αξία που θα έχουν όλα αυτά στην διατροφή της οικογένειάς του, στην υγεία της και στην οικονομία της. Ακόμα πρόσθεσε ότι: τα παλιά χρόνια στο χωριό μου οι περισσότεροι χωριανοί μου είχανε κηπευτικά άσχετα με το επάγγελμα που εξασκούσανε γι’ αυτό είχανε να τρώνε από όλα ακόμα και να πουλάνε. Μόνο οι λίγοι τεμπέληδες που ήτανε αδιάφοροι για να φυτεύουν ενώ είχανε χωράφια κλέβανε όταν τα είχανε ανάγκη. Και τελείωσε λέγοντας ότι: ο μερακλής ακόμα και σήμερα διακρίνεται από μακριά από το χαρούμενο και γελαστό πρόσωπό του και τον ζηλεύουν οι γύρω του που δεν έχουν αυτά τα χαρίσματα.
Μετά από τη Λάρισα έχουμε την υποχρέωση να πούμε και για την δική μας πατρίδα την Κρήτη που τα έχουμε συναντήσει πριν αρκετά χρόνια γύρω από τα επαγγέλματα και από τα κηπευτικά που σήμερα λίγοι τα εφαρμόζουν αυτό που κάνει ο Λαρισαίος επιπλοποιός ενώ παλαιότερα ήτανε περισσότεροι. Τώρα θεωρούν ότι μόνο με την τέχνη και τα γράμματα που μαθαίνουν νομίζουν ότι τους επαρκούν να ζήσουν καλύτερα ενώ τα χωράφια που τους περιμένουν θέλουν να δούνε την κάτοχό τους και αυτός απουσιάζει. Το γνωρίζουν ότι οι παππούδες και οι γονείς τους αυτά τα χωράφια τους δίνουνε πολλά αγαθά για την διατροφή τους και από αυτά είχανε την πρόοδο στην οικογένειά τους μέσα στη φτώχεια της κατοχής και παλαιότερα. Σήμερα με τον κήπο που θα σκαλίζουν το απόγευμα όσοι έχουν χωράφια μετά το επάγγελμά τους η λαϊκή αγορά δεν τους χρειάζεται και θα είναι μόνο για όσους δεν έχουν χωράφια ή δεν μπορούν να εργαστούν για λόγους ηλικίας - υγείας και για τους τεμπέληδες. Και όχι μόνο αυτό αλλά τους ευχαριστεί επειδή είναι πιο νόστιμα από αυτά που αγοράζουν γιατί έχουν μέσα τους τον κόπο τους και το χαμόγελό τους και νιώθουν ευχαρίστηση όταν τα τρώνε. Γι’ αυτό φεύγουν πληγωμένοι οι παππούδες από την ζωή όταν βλέπουν τα χωράφια τους σε προχωρημένη καταστροφή.
Οφείλουμε ακόμα να πούμε ότι σε κάποιο δημοτικό οικισμό της Κρήτης υπάρχει σήμερα κάποιος με το επίθετο Μερακλής Ι. όπως μάθαμε είναι από παρατσούκλι. Την κατοχή οι πρόγονοί του ήταν πολύ μερακλήδες και γελαστοί. Την γερμανική κατοχή οι Γερμανοί κάψανε το χωριό του μαζί με το μητρώο της κοινότητάς του. Το νέο που συντάξανε επειδή από παλιά όλοι τον φωνάζανε μερακλή, τον γράψανε με αυτό το επίθετο αγνοώντας το κανονικό του.
Ακόμη έχουμε ακούσει από τους παλιούς που λέγανε ότι ο χάρος φοβάται να πάρει την ψυχή από μερακλή και γελαστό γιατί είναι πιο δυνατοί από αυτόν και γι’ αυτό ζούνε πολλά χρόνια και γι’ αυτό τραγουδούσανε την μαντινάδα:
Οι μερακλήδικες καρδιές ποτέ τους δεν γερνούνε
και παίρνουνε παράταση στον τόπο απού ζούνε.
Δεν πρέπει να παραλείψουμε όταν ο μερακλής χόρευε στους γάμους και στα πανηγύρια τον χειροκροτούσανε για την λεβεντιά του που σκορπούσε ευχαρίστηση σε όλους. Και τέλος, ο μερακλής και ο γελαστός κληρονομούνε αυτό το χάρισμα από τους προγόνους τους. Τελειώνοντας πρέπει να πούμε ότι ο καθένας στο επάγγελμα του να είναι μερακλής γιατί μόνο έτσι πάει μπροστά η οικογένειά του και η πρόοδός του.