ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η εργασιακή επισφάλεια των εργαζόμενων στη διδασκαλία και την έρευνα

0

Η εργασιακή επισφάλεια των εργαζόμενων στη διδασκαλία και την έρευνα

Πολλά είναι αυτά που επιβεβαιώνουν την επαγγελματική επισφάλεια που αντιμετωπίζουν οι συμβασιούχοι στο τομέα της διδασκαλίας, της έρευνας αλλά και τις δυσμενείς εργασιακές σχέσεις. Αποτελεί κοινό τόπο πως στην Ελλάδα η διεξαγωγή έρευνας, μελέτης αλλά ακόμα και κάποιας ερευνητικής εργασίας είναι μία πολύ δύσκολη και εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία που συχνά δεν δέχεται και καμία χρηματοδότηση από το κράτος. Η κυρία Ελευθερία Παπαστεφανάκη επώνυμα αλλά και άλλοι καθηγητές τις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανώνυμα δέχτηκαν να μιλήσουν στην εφημερίδα Ρέθεμνος για τις αυξανόμενες δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα τελευταία χρόνια, με χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμα δεν έχουν προκηρυχτεί θέσεις για συμβάσεις για την επόμενη διδακτική χρονιά.      

Για τις επαγγελματικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι συμβασιούχοι στην Ελλάδα μίλησε η  διδάσκουσα του τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του πανεπιστημίου Κρήτης,  κυρία Ελευθερία Παπαστεφανάκη. Αρχικά στη συζήτηση που διεξάχθηκε επισημάνθηκε πως υπάρχουν τρεις κατηγορίες συμβασιούχων: α. οι συμβασιούχοι διδάσκοντες/ουσες, β. μεταδιδάκτορες/ισσες και γ. οι υποψήφιοι διδάκτορες/ισσες, η κάθε κατηγορία αντιμετωπίζει τα ξεχωριστά δικά της προβλήματα.

Α. Συμβασιούχοι διδάσκοντες.

Όσον αφορά τους συμβασιούχους διδάσκοντες/ουσες εντοπίζονται τρεις κατηγορίες οι διδάσκοντες με την ακαδημαϊκή εμπειρία (χρηματοδότηση ΕΣΠΑ), εντεταλμένοι διδάσκοντες (πρώην 407, Χρηματοδότηση από το κράτος), ακαδημαϊκοί υπότροφοι (πρώην ωρομίσθιοι, Χρηματοδότηση εσωτερική, από τα Πανεπιστήμια). Αναφορικά με την πρώτη κατηγορία συμβασιούχων διδασκόντων, τους διδάσκοντες οι οποίοι έχουν σύμβαση για απόκτηση ακαδημαϊκής εμπειρίας, όπως λέγεται, αναφέρεται ότι αποτελεί την πιο μαζική κατηγορία διδασκόντων. Οι διδάσκοντες αυτής της κατηγορίας συνάπτουν συμβάσεις έργου, εργάζονται δηλαδή με αυτό τον τύπο σύμβασης σε αντίθεση με τις άλλες δύο κατηγορίες διδασκόντων που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας. Οι εντεταλμένοι διδάσκοντες/ουσες  (πρώην Π.Δ. 407, αλλαγή που πραγματοποιήθηκε με τον τελευταίο νόμο που πέρασε το καλοκαίρι για τα πανεπιστήμια) αποτελούν μία κατηγορία διδασκόντων/ουσών που καλύπτουν περίπου 280 θέσεις πανελλαδικά κάθε χρόνο. Αναφορικά με τους ακαδημαϊκούς υποτρόφους (πρώην ωρομίσθιους των ΤΕΙ) αποτελεί μια κατηγορία συμβασιούχων διδασκόντων που είναι ιδιαίτερα μαζική στα Πανεπιστήμια που προέρχονται από τα ΤΕΙ. Πρόκειται για διδασκαλία με καθεστώς ωρομισθίας, ο διδάσκων/σκουσα κάνει δηλαδή την ίδια εργασία όπως ισχύει και με τις υπόλοιπες συμβάσεις και πληρώνεται με την ώρα (και εδώ υπολογίζεται μόνο η ώρα του μαθήματος). Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως αυτή τη στιγμή στα ελληνικά πανεπιστήμια υπάρχουν πάνω από 1800 συμβασιούχοι διδάσκοντες  με συμβάσεις διαφορετικού τύπου (πρόγραμμα απόκτησης διδακτικής εμπειρίας, εντεταλμένοι διδάσκοντες- πρώην Π.Δ.407, ωρομίσθιοι). Καλύπτουν το 20% των αναγκών διδασκαλίας των ελληνικών Πανεπιστημίων (τα μέλη ΔΕΠ είναι 9600), κάνουν την ίδια δουλειά με τα μέλη ΔΕΠ, και έχουν πολύ λιγότερα εργασιακά δικαιώματα και απολαβές (καλύτερος μισθός περίπου στα 700 ευρώ για 10 μήνες). Ζουν στην επισφάλεια και δεν υπάρχει και προοπτική μονιμοποίησής τους παρά την ύπαρξη ενδεδειγμένων αναγκών.

Β. Μεταδιδάκτορες.

Αναφορικά με τους μεταδιδάκτορες/ισσες η κυρία Παπαστεφανάκη σημειώνει πως, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο μεταδιδακτορική έρευνα μπορεί να πραγματοποιήσει κάποιος, έπειτα από  έγκριση της Γενικής συνέλευσης ενός Τμήματος με την επίβλεψη κάποιου μέλους ΔΕΠ. Αυτό που αξίζει να αναφέρουμε σε αυτή την  περίπτωση της μεταδιδακτορικής έρευνας είναι, ότι η εμπειρία αυτή δεν προσμετράται στην περίπτωση που κάποιος/α διεκδικήσει μία μόνιμη θέση στο Πανεπιστήμιο, εάν κάποιος/α δηλαδή δεν βρει κάποια χρηματοδότηση για την έρευνά του αυτή η εμπειρία του δεν προσμετράται. Ένας μεταδιδάκτορας είναι σημαντικό να τονιστεί πως μπορεί να συνάψει διαφορετικού τύπου συμβάσεις. Οι τύποι αυτών των συμβάσεων βέβαια συνδέονται και αφορούν κάθε τύπο ερευνητικής δραστηριότητας είτε πριν τη λήψη του διδακτορικού είτε μετά. Εδώ έχουμε τρεις τύπους συμβάσεων. Η σύμβαση εργασίας, η οποία είναι μια μορφή  η οποία κατοχυρώνει τον ερευνητή/τρια πολύ περισσότερο από την άποψη των δικαιωμάτων που τη συνοδεύουν, παραδείγματος χάρη ασφαλιστικά δικαιώματα, η σύμβαση έργου και η σύμβαση υποτροφίας. Να σημειώσουμε εδώ ότι η κυρία Παπαστεφανάκη εκπροσωπώντας το Σωματείο  αναφέρει πως: «θεωρούμε ότι οι ερευνητές/τριες οφείλουν να απασχολούνται με συμβάσεις εργασίας καθώς με αυτόν τον τύπο σύμβασης έχουν παραπάνω δικαιώματα, πχ ένσημα, δυνατότητα εγγραφής στον ΟΑΕΔ όταν λήξει η σύμβαση και στην περίπτωση που ο ερευνητής/τρια  δεν έχει άλλη απασχόληση. Από την άλλη, η σύμβαση υποτροφίας είναι μία μορφή η οποία προσφέρει στον ερευνητή τα χρήματα της σύμβασης χωρίς άλλα δικαιώματα, για αυτό τον λόγο συχνά αναφέρεται από τα Σωματεία μας τα Σωματεία των ερευνητών/τριών ως μια μορφή μαύρης εργασίας».

 

Γ. Υποψήφιοι διδάκτορες.

Τέλος, όσον αφορά τους υποψήφιους διδάκτορες, επισημαίνεται πως στην Ελλάδα συχνά, αντιμετωπίζονται ως φοιτητές και πως η δουλειά τους δεν αναγνωρίζεται από την κυβέρνηση ως εργασία. Όπως τόνισε και καθηγητής που σήμερα αποτελεί μόνιμο προσωπικό του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, «όταν προσπαθούσα να διαμορφώσω την διδακτορική μου έρευνα αντιμετωπιζόμουν πολύ περισσότερο ως “χομπίστας “  παρά ως ένας ερευνητής που παράγει έργο». Τα ερευνητικά προγράμματα που προσφέρονται σήμερα στην Ελλάδα είναι ελάχιστα και οι χρηματοδοτήσεις που δίνονται πενιχρές. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις υποψήφιων διδακτόρων/ισσών που υποστηρίζουν, πως η χρηματοδότηση για τη διδακτορική τους διατριβή υφίσταντο για μικρό χρονικό διάστημα και σε πολλές περιπτώσεις δεν καλύπτει το σύνολο των απαιτούμενων αναγκών. Επίσης είναι άξιο λόγου το γεγονός, πως αρκετοί είναι οι υποψήφιοι διδάκτορες που αναγκάζονται να διακόψουν την διεξαγωγή της έρευνας τους εξαιτίας των αυστηρών deadlines που τίθονται αλλά και των ασφυκτικών πιέσεων που δέχονται για επιστροφή των χρημάτων που έχουν δοθεί, σε περίπτωση που η έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί στο προβλεπόμενο διάστημα.  

Ολοκληρώνοντας, η κυρία Παπαστεφανάκη τονίζει πως « οι συνθήκες επισφάλειας και συνεχούς αβεβαιότητας για το μέλλον που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι συμβασιούχοι, και ιδιαίτερα όσοι απασχολούνται στους τομείς των ανθρωπιστικών σπουδών, είναι ιδιαίτερα ψυχοφθόρες. Είναι σημαντικό να μην παραγνωρίζουμε πως αναφερόμαστε σε άτομα με πληθώρα προσόντων και σπουδών  που έχουν καταβάλει προσωπικό χρόνο και χρήματα για να πραγματοποιήσουν την εργασία αυτή. Πολύ συχνό είναι το φαινόμενο οι ερευνητές/τριες να έχουν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν για να πραγματώσουν το ερευνητικό τους έργο. Όλη αυτή η προσπάθεια θα έπρεπε να αναγνωρίζεται έμπρακτα ».Κοινή παραδοχή στον επιστημονικό κλάδο  συνιστά η άποψη πως, η σταδιακή και σταθερή υποτίμηση της διεξαγωγής ερευνητικών προγραμμάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα οδηγήσει στην παρακμή τα Ελληνικά πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα πολλά τμήματα να πάψουν να έχουν υπόσταση.       

 

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΡΟΥΣΙΟΥ

 

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ